Φιλοσοφία της Ιστορίας IV

Η αναζήτηση ενός νοήματος στην Ιστορία συχνά τής δίνει μια μυστικιστική χροιά που ταυτίζεται με την εσχατολογική γραμμική απεικόνιση της κοινωνικής κίνησης είτε ενός θρησκευτικού δόγματος είτε μιας φιλοσοφικής ιδεολογίας. Άλλοτε η ίδια αναζήτηση τη μετατρέπει σε ένα τμήμα του εποικοδομήματος. Και οι δύο απαντήσεις/καταλήξεις όμως περιλαμβάνουν την έννοια της ιστορικής προόδου, του τέλους της ιστορίας μέσα από την κορύφωση της προόδου του ανθρώπινου γένους.

Η τελεολογική άποψη για την ιστορία πηγάζει ακόμα από τα εβραϊκά εσχατολογικά κείμενα μέσω της χριστιανικής φιλοσοφίας διαμόρφωσε τη σκέψη όλου του Διαφωτισμού και του 19ου αιώνα επηρεάζοντας ακόμα και σήμερα επιστήμονες και αναγνωστικό κοινό της Ιστορίας. Δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η ιστορική κίνηση οδεύει προς ένα συγκεκριμένο τέλος προοδευτικά κινούμενη -όπως βέβαια οραματίζεται στη σκέψη του ο καθένας την πρόοδο. Ωστόσο, η πρόοδος είναι κάτι που καταγράφεται μόνο ιστορικά, δηλαδή εκ των υστέρων.

Από την άλλη, συχνά κάνουμε λόγο για την ιστορική κίνηση, για την Ιστορία γενικότερα δίνοντάς της μια αίσθηση υπερκόσμια και εξωανθρώπινη. Η Ιστορία -και βέβαια- δεν είναι μια έλλογη πτυχή της δράσης μας, αλλά μόνο η απόρροια των ανθρωπίνων ενεργειών που εξετάζονται πολλά χρόνια μετά. Η Ιστορία ουσιαστικά είναι η αυτοεκτίμηση του παρόντος για το παρελθόν και η εμφύτευσή του στις προσδοκίες του μέλλοντος.

Η ιστορία μπορεί να κινείται προοδευτικά, αλλά ποτέ χωρίς τις παλινδρομήσεις της και πάντα σύμφωνα με την κρίση του ιστορικού. Είναι πολύ εύκολο μελετώντας ιστορία και κρίνοντας και αξιολογώντας το υλικό του να διατυπώνει εσχατολογικούς νόμους περί προόδου. Ως αστεία ακούγεται συχνά ακούγεται η γραμμική διαδρομή που θρησκευτικοί ή πολιτικοί και επιστημονικοί κύκλοι βλέπουν την πορεία της ιστορίας.

Και τούτο διότι η έννοια της προόδου είναι πέραν του χώρου και του χρόνου. Ο πολιτισμός και η πρόοδός του τη μια χρονική στιγμή εμφανίζονται σε ένα σημείο του πλανήτη σε άλλο χρονικό σημείο μεταφέρεται σε άλλη γωνιά. Και βέβαια πάλι είναι σχετικό, αφού εξαρτάται από την έννοια που θα προσδώσουμε στην πρόοδο. Η όποια πρόοδος, όμως, δε μένει σταθερά στον ίδιο τόπο καθόλη της διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Εξάλλου, αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο μία λαότητα να ακμάζει και με τον καιρό να πέφτει σε παρακμή δίνοντας την πρωτοκαθεδρία σε άλλους.

Κάποιοι βλέπουν το μεσογειακό πολιτιστικό κέντρο να μεταφέρεται δυτικότερα στο μεσαίωνα, ενώ αργότερα στα σύγχρονα χρόνια ακόμα πιο δυτικά. Ωστόσο, και αυτοί μπορούν ακι μιλάνε έχοντας μόνο τη γνώση της Ευρωπαϊκής Ιστορίας. Γιατί κάθε λαός είχε τη δική του πρόοδο και βελτίωση του κοινωνικού του ιστού και της οικονομικής του δύναμης (μέσα από την ανάπτυξη νέων βελτιστοποιημένων τρόπων καλλιέργειας της γης, το εμπόριο κτλ) ή την ανάπτυξη της φιλοσοφίας του σε όλο τον κόσμο. Αλλά ο ευρωπαϊκό εγωκεντρισμός -σήμερα φτάνει και στην αμερικάνικη ήπειρο- δεν επιτρέπει να οράται πρόοδος στην Ασία ή την Αφρική, παρά μόνο μετά την δική μας εκεί εισβολή.

Έχει ιδιαίτερη σημασία όμως να τονίσουμε ότι η πρόοδος επέρχεται μέσα από την ίδια την εργασία· είναι το θεμέλιο του όλου οικοδομήματος. Ωστόσο, αυτή επέρχεται μόνο χρησιμοποιώντας τις κατακτήσεις των προηγούμενων γενεών και επεκτείνοντάς τις. Είναι προϋπόθεση της ιστορίας ότι ο άνθρωπος μπορεί να επωφελείται (έστω και δεν το κάνει πάντοτε) από την εμπειρία των προγενέστερων, ότι η πρόοδος στην ιστορία αντίθετα από ό,τι συμβαίνει με την εξέλιξη στη φύση βασίζεται στη μεταβίβαση των κεκτημένων -είτε πρόκειται για υλικές κατακτήσεις, είτε για την ικανότητα να κυριαρχεί στο περιβάλλον να το μετασχηματίζει και να το αξιοποιεί[1]. Εξάλλου, η πρόοδος όταν συντελείται δε γίνεται αντιληπτή αφού οι παρατηρητές πάντα αποτελούν μέλη της κοινότητας αδυνατώντας να δουν τον κόσμο αντικειμενικά μια και είναι φορείς συγκεκριμένων κοινωνικών και φιλοσοφικών ιδεών.

Έτσι, λοιπόν, η πρόοδος είναι μια αφηρημένη έννοια που καταγράφεται εκ των υστέρων. Οι ίδιοι οι στόχοι της ανθρωπότητας -που στην ουσία είναι ατομικοί στόχοι τους οποίους εμείς γενικεύουμε συλλήβδην κάνοντας λόγο για ανθρωπότητα- προέρχονται και γεννιούνται μέσα από την πορεία της κοινωνίας και της ιστορίας.

Η πρόοδος και οι όποιες μελλοντικές απεικονίσεις γεγονότων δεν είναι παρά η οπτασία του ιστορικού και η ελπίδα του. Το γεγονός ότι κάθε κοινωνία βαθμιαία προοδεύει (οικονομικά και κοινωνικά) με τις όποιες παλινδρομήσεις της- είναι αυταπόδεικτο. Η σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία είναι σαφώς καλύτερη συγκριτικά με εκείνες του παρελθόντος. Το να πει βέβαια ένας ιστορικός ότι είναι η καλύτερη δυνατή, σαφώς και παραβιάζει κάθε λογική κρίση καθιστώντας το ουσιαστικά προπαγανδιστικό όργανο συγκεκριμένων ιδεολογικών αποχρώσεων.

Ωστόσο, η ιστορικής πρόοδος δεν αποκτά ένα στόχο· η εσχατολογική αντίληψή της -όσα υλιστικά στοιχεία και να χρησιμοποιεί- δεν παύει να είναι ιδεαλιστική εκτίμηση δίνοντας μια θεϊκή και έλλογη διάσταση σε μία επιστήμη που απλά κρίνει το παρελθόν· το “τέλος της ιστορίας” ουσιαστικά προβάλλει ένα εξωανθρώπινο στοιχείο.

Οι προβολές και οι κρίσεις για το μέλλον, σαφώς και δεν μπορούν να χαρακτηριστούν εσχατολογίες, αφού όπως γράψαμε παραπάνω- αυτά είναι μέρος της επικοινωνιακή διαδρομής παρόντος-παρελθόντος. Είναι όμως πολύ εύκολο μία κρίση για το μέλλον, να μετασχηματιστεί σε τελεολογική κρίση της ιστορίας. Στον αγγλόφωνο τουλάχιστον κόσμο παρατηρούνται σήμερα φαινόμενα “λατρείας του άλογου στοιχείου” κυρίως από εκείνους που υποτιμούν τα επιτεύγματα και τις δυνατότητες του ορθού λόγου[2]. Όλο σχεδόν οι προφήτες και οι κήρυκες της παρακμής ή του τέλους της προόδου είναι ενδεικτικό ότι προέρχονται είτε από περιοχές του πλανήτη που έχασαν την δύναμη να ελέγχουν την εξουσία είτε από κοινωνικές τάξεις που παίζοντας ηγεμονικό ρόλο σήμερα στον πολιτισμό και την πρόοδό του επιδιώκουν μία κοινωνική ομοιομορφία και μία κατάλληλη για τα οικονομικά συμφέροντα των δημοκρατών κοινωνική ειρήνη.



[1] Ε. Χ. Καρ, Τι είναι Ιστορία;, εκδ. Γνώση, Αθήνα 199, σελ. 155.

[2] Ε. Χ. Καρ, ό.π., σελ. 179.


ShareThis