παιδική πολιτιστική δημιουργία

Μιλώντας για πολιτισμό σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να παραβλέπουμε την αυτοδιοικητική συμμετοχή στην πολιτιστική εκπαίδευση. Και δημοτική καλλιτεχνική παιδεία δεν είναι τα ωδεία ούτε οι σχολές που υποχρεώνουν σε καταβολή διδάκτρων. Η στόχευση στο κέρδος είναι η φιλελεύθερη αντίληψη για την καλλιέργεια της κουλτούρας. Η αριστερή αντίληψη επιβάλλει δίπλα στις υψηλού επιπέδου σπουδές -με καταβολή διδάκτρων φυσικά- να υπάρχει και μία μαζική καλλιτεχνική εκπαίδευση.
Παιδευτικές δράσεις μέσα σε σχολικούς χώρους και τόπους συνάθροισης νέων ή μεσηλίκων φέρνουν κοντά τους πολίτες με τον ουσιαστικό πολιτισμό διδάσκοντας μία άλλη, μία ποιοτική και ψυχαγωγική εκμετάλλευση του ελεύθερου χρόνου. Τα ίδια αυτά τα θεσμοθετημένα τμήματα μπορούν κάλλιστα να αποτελούν το φυτώριο, την πρώτη γνωριμία με τον κόσμο της Τέχνης που αργότερα θα επιτρέψει σε παιδιά κι ενήλικες να προχωρήσουν σε υψηλότερο επίπεδο. Σε πνεύμα ανάλογο προτείνονται συναυλιακές εκδηλώσεις σε κάθε σχολείο, όχι στο πλαίσιο κάποιου φεστιβάλ, αλλά στη λογική της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης και της σύνδεσης του σχολείου με την τοπική κοινωνία.
Στην ίδια λογική προτείνονται θεματικά κινηματογραφικά φεστιβάλ -μυθοπλασίας ή τεκμηρίωσης- κι εκθέσεις για το περιβάλλον, τους λιγοστούς ελεύθερους χώρους, τη βία του αστικού χώρου, την αποξένωση των αστών· η ζωγραφική και γλυπτική με θεματική από την ιστορία ή τη μυθολογία του τόπου, θα μπορούσαν να δώσουν έναυσμα για πολιτιστική ανάπτυξη σε πολλές περιοχές, ενώ τα εικονικά μουσεία και η διαδικτυακή περιήγησή τους θα συνεισφέρανε αξιόλογα στην προσπάθεια της πνευματικής καλλιέργειας του πληθυσμού.
Τα Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης (ΚΔΑΠ) μπορούν να συμβάλλουν καταλυτικά στον ερασιτεχνικό πολιτισμό και να καλλιεργήσουν στα παιδιά την αγάπη για την αληθινή Τέχνη. Εξάλλου, κλειδί για την πολιτιστική ανάπτυξη μιας κοινωνίας είναι η οργάνωση και η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των μελών της, όπως αυτός βιώνεται μέσα από καθημερινές πρακτικές. Τα ΚΔΑΠ ως παρέμβαση έχουν τη διττή σημασία να θέτουν τις προϋποθέσεις της δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών και να διευκολύνουν το ζευγάρι και κυρίως την εργαζόμενη μητέρα εξασφαλίζοντάς τους ελεύθερο χρόνο για την ικανοποίηση προσωπικών ή κοινωνικών αναγκών[1].

Ο πολυδιάστατος όμως αυτός παρεμβατικός τους ρόλος μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από ευέλικτες δομές προσαρ- μοσμένες στις κοινωνικές ανάγκες. Το πρόγραμμα, άλλωστε, ενός τέτοιου κέντρου παρέχει την ευκαιρία για ψυχαγωγία και συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή, προωθώντας την ιδέα της ενεργούς δράσης -σε αντίθεση με την προβαλλόμενη τηλεοπτική παθητικότητα- χωρίς να παραγνωρίζεται ότι επηρεάζει έμμεσα κι άλλες κοινωνικές ομάδες (παππούδες των παιδιών, εκπαιδευτικούς κλπ).
Το παιδί βέβαια αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα. Μέσα από την ενθάρρυνση της δημιουργίας με σεβασμό στην ιδιαιτερότητα, τις ατομικές ανάγκες και τις ευαισθησίες του, διδάσκεται βιωματικά την ενεργοποίηση. Κοινωνικοποιείται σε ένα περιβάλλον εξωσχολικό, που απέχει από τον ανταγωνισμό και τη λογική της μάθησης μέσα στην τάξη· πρόκειται όμως όχι για μια κομφορμιστική κοινωνικοποίηση σε βάρος της ατομικότητάς του, αφού ο σεβασμός και η ατομική δημιουργία είναι σε κεντρική θέση μέσα από την προσφορά ερεθισμάτων. Το πρόγραμμα των Κέντρων δεν μπορεί να ομοιάζει με το σχολικό. Με ελεύθερη προσέλευση κι αναχώρηση (μιλάμε για αξιοποίηση ελεύθερου χρόνου, όχι για μάθημα) το παιδί θα απασχολείται σε ό,τι το ενδιαφέρει. Εξάλλου, κάθε ανήλικος κρύβει μέσα του μια δημιουργική διάθεση που απλά αναζητεί την κατάλληλη ευκαιρία εξόδου στην επιφάνεια.
Έτσι, με τη μορφή παιχνιδιού μπορούν να προσφέρονται ευκαιρίες κι ερεθίσματα για ομαδικές καλλιτεχνικές δραστηριότητες και ατομική ψυχαγωγία κι έκφραση. Μέσα σε μουσικοκινητικές και θεατρικές δράσεις μπορούν να ενσωματώνονται οι κοινωνικές και ιστορικές εμπειρίες· με εικαστικές ενότητες μπορούν να εκφράζονται οι παιδικές ανησυχίες όπως αυτές διαμορφώνονται από το δομημένο κοινωνικό ιστό στον οποίο μεγαλώνουν. Έτσι, το παιδί ζει την ουσία του κοινοτικού βίου χωρίς να κινδυνεύει η ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και μαθαίνει να εκφράζει καλλιτεχνικά τα βιώματα και τις προσλαμβανόμενες κοινωνικές ανησυχίες.

Και φυσικά με την κατάλληλη οργάνωση η καλλιτεχνική έκφραση μπορεί να βοηθήσει στην ενσωμάτωση των μεταναστών και των προσφύγων στις τοπικές κοινωνίες. Τόσο στη μαθητιώσα νεολαία με δημοτικά προγράμματα πολιτιστικής δημιουργίας σε σχολεία όσο και στους ενήλικες μέσα από συλλόγους μπορεί να δώσει την αφορμή προκειμένου να έρθουν κοντά οι διαφορετικές κουλτούρες. Εξάλλου, μέσα από δράσεις μπορούν οι μετανάστες να προβάλλουν τη δική τους κουλτούρα και να κάνουν τους ντόπιους κοινωνούς της, να εκφραστούν καλλιτεχνικά στη δική τους γλώσσα έχοντας αυτοσυνείδηση της καταγωγής τους.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μία τοπική αρχή με σεβασμό στις προοδευτικές ρίζες της οφείλει να επιμένει στην αντιμετώπιση και την ανατροπή κάθε καθεστώτος και κατάστασης που δημιουργεί πολιτισμικές  διακρίσεις και ανισότητες σε βάρος των ασθενέστερων και κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων, στη διακίνηση της πληροφορίας, της γνώσης, της απόλαυσης της καλλιτεχνικής δημιουργίας μέσω του διαδικτύου, στην ελεύθερη ψηφιακή προβολή του πολιτιστικού προϊόντος.[2].

[1] Αναστασία Βαφέα κ.ά., Πρακτικός Οδηγός για δραστηριότητες στα ΚΔΑΠ, ΕΕΤΑΑ, Αθήνα 2002, σελ. 3-4.
[2] Μ. Δαμανάκη, ό.π.

ShareThis