Ποιος θα ελέγξει τον Κρέοντα;

Τις τελευταίες ημέρες βομβαρδιζόμαστε από απόψεις και εσωτερικά ερωτήματα σχετικά με το νομικό μέλλον της Χρυσής Αυγής. Φυσικά το ζήτημα δεν τίθεται για πρώτη φορά, καθώς επανέρχεται κάθε φορά που βλέπει το φως της δημοσιότητας μια φασιστική δολοφονική επίθεση. Έτσι, δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι η Χρυσή Αυγή πρέπει να τεθεί εκτός νόμου. Ωστόσο, επίσης πολλοί είναι εκείνοι που το αρνούνται. Και το ζήτημα δεν είναι και τόσο εύκολο να επιλυθεί.
Σε μια χώρα με τόσες πολιτειακές μεταβολές και τόσο συχνά δικτατορικά καθεστώτα και παραστρατιωτικές οργανώσεις, η ιδέα της παρανομίας ενός κόμματος, σίγουρα αποτελεί όχι μόνο θέμα ταμπού, αλλά και της ιδιαίτερης λειτουργίας και προάσπισης της ίδιας της δημοκρατίας. Ακόμα και η δημοκρατία απαιτεί σεβασμό σε κομματικούς φορείς των οποίων οι ιδέες φέρονται εναντίον της. Άλλωστε, η υγιής δημοκρατία δεν είναι παρά μία διαρκής αμφισβήτηση θεσμών και ηθών.
Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι η δημοκρατία αποτελεί μία πολύ αγαπητή λέξη σε όλους και μεταφράζεται κατά το δοκούν. Η ίδια η λέξη από μόνη της ουσιαστικά δε δηλώνει τίποτα πέρα από τη φαντασιακή διάσταση του πομπού που συχνά δεν είναι ίδια με την αντίληψη του δέκτη. Και οι αριστεροί γνωρίζουμε πολύ καλά την ταξική μορφή της δημοκρατίας.
Πέραν όμως τούτων, υπάρχει διάχυτος ο φόβος ότι μία απαγόρευση της φασιστικής συμμορίας θα δημιουργήσει ένα υποστηρικτικό κύμα με απρόβλεπτες διαστάσεις. Σε αυτό συνηγορούν και μια σειρά νομικών ζητημάτων, όπως το αν κηρυχθεί από τον Άρειο Πάγο (γιατί δεν έχουμε Συνταγματικό Δικαστήριο) αντισυνταγματική η Χρυσή Αυγή, τότε μπορεί πολύ εύκολα να σχηματιστεί ένας άλλος κομματικός φορέας που να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους με παρόμοια αποτελέσματα (ίσως κι ενισχυμένα λόγω της αντισυστημικής εικόνας που κυριαρχήσει) ή ακόμα πιο εύκολα να μεταφερθούν οι ψηφοφόροι σε ένα από το ακροδεξιά κόμματα εφεδρείας. Εξάλλου, η Χρυσή Αυγή αποτέλεσε την εφεδρεία του ΛΑΟΣ και υπάρχουν ακόμα πολλά κόμματα που με την κατάλληλη μιντιακή υποστήριξη μπορούν να ενισχυθούν.
Επίσης, τα επιχειρήματα ότι χωρίς κρατικό προϋπολογισμό και με την απειλή ότι κάθε μέλος της ως μέλος θα αντιμετωπίζεται συμμορίας (Χειμωνάς), δε φαίνεται να ευσταθούν. Αφενός μεν αποκαλύπτεται δημοσιογραφικά ότι η Χρυσή Αυγή ξοδεύει πολύ περισσότερα από τα χρήματα από εκείνα της κρατικής επιχορήγησης (μαύρο χρήμα, κρυφές επιχορηγήσεις κλπ). Ομοίως τα μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας δε φάνηκε να φοβούνται ούτε την κατηγορία για σύσταση συμμορίας ούτε τη δολοφονία, κι όχι επειδή είναι νόμιμο το κόμμα, αλλά πρωτίστως επειδή έχουν την κάλυψη των διωκτικών και -μέρους- των δικαστικών αρχών.
Από την άλλη, η εμπειρία από τη Δυτική Ευρώπη, δείχνει ότι όσα κόμματα και οργανώσεις και να τεθούν στο περιθώριο της παράνομης δράσης, ο φασιστικός κίνδυνος και η εγκληματική τους δράση δεν περιορίζεται, όταν δεν ενεργούν οι διωκτικές αρχές. Άλλωστε, η ακροδεξιά (η σοβαρή κατά Παπαδημητρίου) παραμένει μία ισχυρότατη δύναμη στην Ευρώπη των ιστορικών εθνικισμών και της κρίσης. Παρά την βιωματική αποδοχή της πολυπολιτισμικότητας, ο ακροδεξιός κίνδυνος σε συνθήκες κρίσης γιγαντώνεται.
Άλλωστε, η ακροδεξιά αποτελεί μία δεξαμενή ψηφοφόρων για τα λαϊκά -δεξιά- κόμματα και οι ιδέες της αποτελούν συστατικό στοιχείο τους. Ας μην παραβλέπουμε την εθνικιστική ρητορεία της Μέρκελ και την ανάλογη ρητορική του Σαρκοζύ για την αντιμετώπιση της κρίσης, μία ρητορεία που προσομοιάζει με εκείνη της ΝΔ που επί δεκαετίες κατηγορούσε τους μετανάστες.
Ο φασιστικός κίνδυνος τούτη τη στιγμή μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί σε επίπεδο εγκληματικής δράσης. Εδώ όμως απαιτείται η γρήγορη λειτουργία των αρμόδιων αρχών και η συνεχής επίβλεψη του κόμματος. Βασικός όμως στόχος της έρευνας για την εγκληματική δράση της ακροδεξιάς είναι να προχωρήσει μέχρι τέλους και να μη μείνει στην επιφανειακή κι επικοινωνιακή τιμωρία του δολοφόνου (κάτι που βιώσαμε με τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, καθώς τίποτα δεν άλλαξε στο εσωτερικό της ΕΛΑΣ και αρχίσαμε ήδη να μετράμε αντίστροφα για το επόμενο θύμα αστυνομικής αυθαιρεσίας, χωρίς να ξεχνάμε την προ της δολοφονίας του Αλέξη "υπόθεση της ζαρντινιέρας"). Με ίδιο σκεπτικό πρέπει να τεθούν υπό έλεγχο για πιθανές εγκληματικές δράσεις και όλες οι εθνικιστικές οργανώσεις κι οι αυτοαποκαλούμενες- ομάδες πολιτοφυλακής που όλες έχουν κοινό τόπο αναφοράς την ακροδεξιά και το νεοφασισμό.
Βέβαια, τούτο έρχεται σε αντίθεση με τις επιλογές πολλών αστυνομικών. Και αυτό οφείλει να το αντιμετωπίσει το ίδιο το Υπουργείο. Οι διακηρύξεις περί απόταξης μάλλον δεν ωφελούν, αφού δεν είναι λίγες οι φορές που είδαμε αστυνομικά όργανα να επιδεικνύουν φιλοφασιστική συμπεριφορά ή να συνεργάζονται με νεοναζί.
Και βέβαια το ερώτημα είναι αν πράγματι θέλει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε τέτοιο βάθος. Ειδικά η σημερινή κυβέρνηση που είναι αιχμάλωτη των ακροδεξιών παραγόντων που επέλεξε ως στενούς συνεργάτες ο Πρωθυπουργός. Μία κυβέρνηση που μόνο με τη βοήθεια του αυταρχισμού και των οργάνων της τάξης μπορεί να περάσει τα αντικοινωνικά και δολοφονικά της μέτρα σε βάρος εκατομμυρίων Ελλήνων.
Και ας μην ξεχνάμε ότι η σημερινή κυβέρνηση αποτελείται από το υπό διάλυση και δημοσκοπικά αόρατο ΠΑΣΟΚ το οποίο αδυνατεί να επιβάλει την αντιρατσιστική και αντιφασιστική ατζέντα που διαδίδει και από ένα κόμμα το οποίο στηρίζεται από συστάσεώς του στους ακροδεξιούς για να ανέλθει στην εξουσία (δε λησμονούμε όσο και να αγωνιούν να μας πείσουν τους φιλοβασιλικούς και φιλοχουντικούς που αγκάλιαζε η ΝΔ επί δεκαετίες, τις ομάδες κρούσης της ΟΝΝΕΔ, το ρατσιστικό της λόγο κατά των μεταναστών τα προηγούμενα 25 χρόνια και τόσα άλλα).
Και φυσικά τούτα τα αστυνομικά μέτρα δε μηδενίζουν τον κίνδυνο. Ο κίνδυνος πάντα υπάρχει όσο η παιδεία επιμένει στο στείρο εθνικισμό ως φυτώριο ακροδεξιών αντιλήψεων χωρίς να καλλιεργεί κριτική πολιτική στάση και όσο οι πολίτες επιμένουν να απόσχουν από συλλογικές διεργασίες και παθητικά ενστερνίζονται λαϊκίστικα συνθήματα. Άλλωστε, δημοκρατία είναι η διαρκής πολιτική κίνηση και ποτέ ο κίνδυνος δεν εξαλείφεται. Μόνο η ενεργοποίηση του πολίτη με πρωταγωνιστικό ρόλο και το άπλωμα δημοκρατικών διαδικασιών με αποφασιστικό χαρακτήρα, μπορεί να αποτελέσει την απάντηση στο νεοφασισμό.
Θέλουν όμως τελικά οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ -εγχώριες κι ευρωπαϊκές- μια τέτοια δημοκρατία; Θέλουν πράγματι την εξάλειψη της ακροδεξιάς ή μόνο τον περιορισμό της εγκληματικής δράσης; 

ShareThis