η κοινωνικοπολιτική διάσταση του αρχαίου θεάτρου

γράφτηκε για το schooltime.gr
Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε μέσα από τη φιλολογική οπτική (γραμματολογικές προσεγγίσεις, ερμηνείες και πραγματολογικές αναλύσεις), αλλά σπάνια το προσεγγίζουμε από την κοινωνικοπολιτική του σκοπιά.
Το δράμα αποτέλεσε από νωρίς μία δημιουργική συνεύρεση του θρησκευτικού στοιχείου με το πολιτικό και την αναπαράσταση. Ενώ όλοι οι λαοί είχαν ομαδικές θρησκευτικές τελετές και αναπαραστάσεις, μόνο στις ιδιαίτερες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες της Αθήνας ήταν δυνατό αυτά τα δύο να συνδυαστούν και σταδιακά να ξεφύγουν από την αιχμαλωσία του θρησκευτικού/μυθολογικού στοιχείου αναγάγοντας τον ήρωα σε αυτόνομο πρόσωπο (υποκριτής).
Το θέατρο όμως ουσιαστικά αποτέλεσε το πιο σημαντικό μέσο μαζικής επικοινωνίας της αρχαιότητας. Το δράμα αποτέλεσε το κυρίαρχο μέσο μεταφοράς ηθών, ανάπτυξης ηθών και ιδεών, προπαγάνδιζε, πρότεινε, στηλίτευε. Άλλωστε το δράμα διδάσκονταν.
Εκεί παρουσιάζονταν ακούγονταν παγιωμένες θρησκευτικές αντιλήψεις (Αισχύλος) που στηρίζονταν στην παράδοση της μυθολογίας και της λατρείας, ενώ με τον καιρό η πολιτική κριτική ενσωματώνεται με άμεσες ή έμμεσες αναφορές στο μύθο του θεάτρου. Επιπρόσθετα, ο Σοφοκλής διδάσκει για το ρόλο της γυναίκας και της σοφίας κηρύσσοντας το μέτρο και το δικαίωμα του λόγου σε όλους τους ελεύθερους πολίτες διακρίνοντας τις γυναίκες από τους άβουλους δούλους (Αντιγόνη, Οιδίπους κλπ), ενώ ο Ευριπίδης -νεότερος ων- επηρεασμένος από τις αρχές της σοφιστικής προτείνει την ισοτιμία των γυναικών και πώς τις αρμόζει να συμπεριφέρονται (Ιφιγένεια, Ελένη, Μήδεια) και διδάσκει τους δούλους πώς να φέρονται στους αφέντες τους (Ελένη) και στους πολίτες πότε οφείλουν να υπακούν στους νόμους (Αντιγόνη). Σύντομα το θέατρο ξεπέρασε την αναγκαιότητα της μυθολογίας και μέσα αυτής προχωρούσε σε άμεσο σχολιασμό της επικαιρότητας (Αρχέλαος, Πλούτος, Όρνιθες).
Ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης κοινωνικοπολιτικής διάστασης του δράματος, τούτο απέκτησε κεντρική θέση στην κοινωνική ζωή της Αθήνας. Αν ήταν ένα περιθωριακό είδος που απλά απευθύνονταν σε λίγους περιθωριακούς τύπους δεν θα μπορούσε να αποκτήσει τέτοια θέση. Και αν ακόμα το θέατρο εξέφραζε επαναστατικές ιδέες (ας πούμε αναχρονιστικά σπαρτακιστικές προτάσεις) δεν θα έφτανε σε τέτοιο σημείο ώστε να καλύπτονται τα έξοδα από πλουσιότατους χορηγούς ή το κρατικό ταμείο. Εξάλλου οι χορηγίες και τα πληρωμένα εισιτήρια αποτελούσαν έναν έμμεσο φόρο των πλουσιότερων πολιτών. Αν εκείνοι έβλεπαν να χάνονται τα χρήματά τους για ασύμφορο πολιτικά σκοπό σαφώς και δε θα υπέκυπταν στην πίεση να καταβάλλουν τέτοια τεράστια ποσά.
Βέβαια, δεν πρέπει να ταυτίζουμε το αρχαίο δράμα με τα σύγχρονα ΜΜΕ. Οι όποιες ομοιότητες αποκαλύπονται είναι επιφανειακές.
Ας μην παραβλέπουμε ότι κάθε θρησκευτική αναπαράσταση (και πομπή) μέσα από την κομφορμιστική διάσταση κατέχει μία θέση μαζικής επικοινωνίας και διάδοσης ηθών στους συμμετέχοντες. Έτσι και το θέατρο με πλουσιότερο λόγο και σε μεγαλύτερο βάθος αποτελούσε το κυρίαρχο μέσο προπαγάνδας ιδεών. Άλλωστε, μόνο σε εκείνο το χώρο μπορούσαν να ακουστούν ιδέες και απόψεις (ή να στηλιτευτούν πρόσωπα και προτάσεις) με τόσο μεγάλο κοινό. Κι ας μην παραβλέπουμε ότι το δραματικό κοινό απαρτίζονταν από τις κοινωνικές ομάδες πληθυσμού (ελεύθερους όλων των τάξεων, κάθε μόρφωσης κι επαγγέλματος, δούλους και γυναίκες).
Με την τραγωδία πραγματώνεται, λοιπόν, η σύνδεση του δραματικού με το πολιτικό (και τη δημοκρατική ελευθερία έκφρασης λόγου και συμμετοχής), όταν ο ίδιος λαός συσπειρωμένος υπό την ψυχολογία της μάζας και τις σχετικές επευφημίες γίνεται ρυθμιστής των πεπρωμένων του. Έτσι πιθανώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη θέση που κατέχουν στις ελληνικές τραγωδίες τα μεγάλα εθνικά προβλήματα του πολέμου, της ειρήνης της δικαιοσύνης, της φιλοπατρίας, αλλά και οι διαμάχες γύρω από τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα.
Παράλληλα, η συμμετοχή του ίδιου του πολίτη ατομικά ήταν σημαντική στο αρχαίο θέατρο τόσο τη λατρευτική-Διονυσιακή διάσταση που είχε όσο και με την αγωνιστική μορφή που δίνονταν αφού πολλοί εκείνοι που ψήφιζαν ήταν χίλιοι για να κληρωθούν μερικές ψήφοι. Σημασία είχε όμως και η άμεση συμμετοχή του πολίτη στο δράμα -στο χορό ή ως υποκριτής. Υπήρχε μια πόλωση ανάμεσα στο συλλογικό και ανώνυμο χορό που εκφράζει τους φόβους τις ελπίδες και στις κρίσεις του, τα συναισθήματα των θεατών, αυτών δηλαδή που συνθέτουν την κοινότητα των πολιτών και στο εξατομικευμένο πρόσωπο, που παριστάνει έναν ήρωα μιας άλλης εποχής, ο οποίος δεν έχει κανένα σχεδόν κοινό σημείο με τη συνηθισμένη κατάσταση του πολίτη.
Και φυσικά το θέατρο ήταν ο κατάλληλος χώρος για να εκφραστούν οι επαναστατικές αντιλήψεις των σοφιστών που πρόβαλλαν τα προβλήματα του ανθρώπου θέτοντάς τον στο επίκεντρο της φιλοσοφικής αναζήτησης και της κοινωνίας αναζητώντας ορθολογικές λύσεις επηρέασαν άμεσα το δράμα. Το νέο πολιτικό μοντέλο με άξονα τη νέα αντίληψη για το νόμο και το δίκαιο, τόνιζε ότι μπορούσε να οικοδομηθεί μια κοινωνία με μία νέα αντίληψη για τον άνθρωπο και τα δικαιώματά του, ανεξάρτητα από κοινωνική θέση ή καταγωγή. Οι άνθρωποι δεν ήταν πια σωκρατικοί παθητικοί δέκτες αλλά αποτελούσαν καθοριστικό παράγοντα της κοινωνικής προόδου.
Αυτή η αντίληψη απηχεί το πνεύμα του αρχαίου ελληνικού διαφωτισμού, που χαρακτηρίζει το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα. Ένα πνεύμα που επηρεάζει και επηρεάζεται από τους δραματικούς διαλόγους εκφράζει τη δυσαρέσκεια των πολιτών και αναδεικνύει τα προβλήματα της γυναίκας στην αθηναϊκή πολιτεία του 5ου π.Χ. αιώνα, τα προβλήματα της απονομής δικαιοσύνης καθώς η νομική σκέψη επιδρά στη δραματική σκέψη.
Με άλλα λόγια το θέατρο στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό ψυχαγωγικό δρώμενο, ή μάλλον ήταν ψυχαγωγικό στην κυριολεκτική έννοια του όρου. Διαμόρφωνε συνειδήσεις και την ίδια στιγμή διαμορφωνόταν από τη συλλογική συνείδηση. Συνδυάζοντας τη διονυσιακή λατρεία, με την κοινωνική και πολιτική κριτική με την εκπαίδευση, έγινε ένα σημαντικό σταυροδρόμι για τις συνιστώσες που παράγουν συνήθως πολιτισμική δράση.
Από αυτή την άποψη θεωρούμενο ενσωμάτωσε τους κανόνες της πόλης και την ίδια στιγμή έγινε ένα μεγάλο λαϊκό δικαστήριο για την κρίση της κοινωνικής της διαχείρισης. Μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε ένα είδος πολιτικής προπαγάνδας όχι μόνο προς τις καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες (γυναίκες και δούλους που κυριαρχούσε σαν θέσεις και προτάσεις) αλλά και προς τους ελεύθερους πολίτες τονίζοντας την πολιτική τους ευθύνη, κρίνοντας την πολιτική και θέτοντάς τους προ των ευθυνών ή ακόμα και μεταδίδοντας νέες φιλοσοφικές αντιλήψεις κατακεραυνώνοντας μύθους και πεπαλαιωμένους θεσμούς.

ShareThis