Μερικές φορές ετούτη η αγάπη έμοιαζε με τον πρωτόγονο Χριστιανισμό, που τόσο πολύ μίσησε στο πέρασμα των αιώνων: φανατισμός και πόλεμος προς αλλόπιστους. Άλλοτε πάλι έτεινε σε αρχαιοελληνικές δοξασίες που σαν άντρες και γυναίκες έσμιγαν οργιάζοντας και ουρλιάζοντας φτιαγμένοι από το ποτό και τις διάφορες τοπικές ουσίες για να λατρεύσουν τη Δήμητρα, τη Σεμέλη και το Διόνυσο. Άλλοτε, θύμιζε τη μεσαιωνική δογματική προσήλωση στη λατρεία ενός άκαρδου Θεού που χωρίζει την Κόλαση -του απάνθρωπου κυνηγιού και του θνητού θανάτου- απ’ τον Παράδεισο -της λαγνείας.
Θυμάμαι τον τρόπο που αναφερόταν σε εκείνη -εγώ δεν είχα προλάβει να τη συναντήσω- και τη φλόγα που φώτιζε το πρόσωπό του σαν μιλούσε για την αγάπη τους και τον έρωτά τους. Δεν ήταν οπωσδήποτε η πρώτη του γυναίκα, αλλά είναι βέβαιο πως ήταν η μόνη για την οποία έκλαψε και πόνεσε χωρίς να μπορέσει να ξεπεράσει το χωρισμό που κάποιοι άλλοι έφεραν στη ζωή τους.
Το μυαλό του ταξίδευε σ’ εκείνη τη ζεστή αγκαλιά που στα μπράτσα της επιθυμούν να κρυφτούν και να σφίξουν τρυφερά τη μαλακή και υπέροχης γεύσης άρμη των κλειδώσεών της για να κατέβουν τα δάχτυλα σε χαμηλότερα επίπεδα του κορμιού της λιπασμένα από κύματα ηδονής και συνοδευόμενα από βογκητά και ηδονικές κραυγούλες υστερίας. Και τούτο γιατί όλα τα εγκεφαλικά κύτταρα αναζητούν τον ερεθισμό απ’ τη θέα των ματιών της γυναίκας, του χαμόγελού της, του κορμιού της. Μα πάνω απ’ όλα το κορμί να λιώνει σαν ατσάλι στη λάβα που απλώνεται καθώς μιλούσε και τραγουδούσε. Εκείνα τα μελωδικά φθογγικά σύνολα έκαναν την καρδιά του να τρέμει απ’ τη συγκίνηση και την υπερηφάνεια της προτίμησης που επέδειξε σ’ εκείνον, ετούτη η γυναίκα.
Είναι αλήθεια πως όσο και να του άρεσε ο έρωτας ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει από τη δική της φιγούρα, που πάντα κυνηγούσε την προσπάθειά του να συγκεντρωθεί σε κάτι άλλο. Ήταν το όνειρό του, η φαντασία του, η μούσα του. Η δική του Θάλεια σαν άγγιζε το μολύβι και το χαρτί και την έκανε και δική μου μούσα, η δική του Αφροδίτη σαν αποπλανούσε γυναίκες προς αναζήτηση μιας σωματικής ελευθερίας. Πάντοτε μονολογούσε ότι συναντούσε τη μορφή της στους κενούς και άβαφους τοίχους σαν σήκωνε το κεφάλι του να σκεφτεί. Και εκεί του χαμογελούσε ή ενίοτε γελούσε με τις άοκνες και μάταιες προσπάθειές του να ξεφύγει για λίγο από τη σκέψη της και να συγκεντρωθεί. Εκείνη και ο ερωτισμός της ήταν τα μόνα θέματα που μπόρεσε ποτέ να αποδώσει σε ένα κομμάτι χαρτί. Και σαν πλησίαζε ο καιρός της αλλοτινής γιορτής και τωρινού πένθους όλα τρέχουν σαν λωλά στο νου του.
Αναμνήσεις μιας σχέσης πολλών ετών που πάντα κινούνταν ανάμεσα στις συντεταγμένες του έρωτα και της αγάπης, ωσάν ένα πλεούμενο που πασχίσει να προσανατολιστεί ανάμεσα στο βορρά και το νότο για να καταλήξει σε κάποιο απάνεμο λιμανάκι, αλλά όμως δεν του το επιτρέπουν κάτι τέτοιο τα θαλάσσια ρεύματα. Έτσι μοιάζει και η δική τους σχέση, η αγάπη τους και οι προσπάθειές τους να κρατήσουν μια ρότα σταθερή χωρίς ταρακουνήματα όπως τούτα που η ζωή -ή η αθανασία του;- τους χάρισε. Με θαλάσσια ρεύματα όλους εμάς που τον κυνηγούσαμε γιατί έσφαλλε -αμάρτησε όπως λένε οι ημιμαθείς κύριοι της εκκλησιαστικής γλώσσας- απέναντι στους νόμους που ο Θεός μας τάχα έθεσε. Εκείνους τους νόμους του Αδάμ και του προαναγγελθέντος θανάτου του μια και για να χαρεί τον έρωτα έχασε την αθανασία του. Μία θάλασσα γεμάτη με υφάλους και επικίνδυνους σκοπέλους ήταν το διάβα του στη ζωή, με φουρτούνες από κυνηγούς κεφαλών -του δικού του βασικά κεφαλιού- για το μίσος που ο ίδιος ο Θεός μας μάς δίδαξε.
Και πώς να μη μάθουμε το μίσος από Εκείνον όταν κάθε φορά σκότωνε παιδάκια ή κατέστρεφε πόλεις επειδή αντέβαιναν τις εντολές Του σαν ένας σατράπης, ένας Φαραώ, ένας απόλυτος άρχων-βασιλεύς της Ανατολής. Μίσος σαν εκείνο που επέδειξε, κατά τα ειρημένως ιερά κείμενα, απέναντι στους Αιγύπτιους με εξιλαστήρια θύματα τα πρωτότοκα τέκνα τους -για να πουν αργότερα οι πατέρες ότι αι γονέων αμαρτίαι τέκνα παιδεύουσι, ή στα Σόδομα και τις πόλεις που κατακτούσαν οι απόγονοι Ισραηλίτες του Αδάμ και αργότερα τα ιδεολογικά τέκνα τους στο Νέο και Ανατολικό Κόσμο.
Εκείνος είχε πετύχει εκείνη τη δική του αθανασία και είχε παραβεί όλους τους θρησκευτικούς νόμους και κανόνες, είχε ξεπεράσει όλα εκείνα τα θαύματα του ιδρυτή της νέας θρησκείας, που έμελλε να γίνει πιο παλιά στις αντιλήψεις της από τις αρχαιότερές της και να καταστρέψει τόσους πληθυσμούς και ιδέες ή να τις δείξει σαν δικές της ξεχνώντας την καταγωγή τους.
Ποτέ, εξάλλου, δεν είχε συμπαθήσει εκείνους τους γεράκους που μιλούσαν για αγάπη χωρίς ποτέ οι ίδιοι να την αναζητήσουν ή έστω να τη γνωρίσουν. Όλοι κείνοι που τάχα μιλούσαν για αθανασία της ψυχής και χάνονταν μέσα σε ένα κολασμένο κορμί και ένα αδιάλλακτο μυαλό. Ήταν εκείνοι ή οι απόγονοί τους που σκότωναν τάχα για το καλό του θεού που τον βάφτισαν Εβραίο -πρεσβεύοντας ότι οι θεότητες ανήκουν σε συγκεκριμένα έθνη ή λαότητες και μόνο εκείνες προστατεύουν (sic)- ή έκαιγαν γυναίκες που προκαλούσαν με τη διαφορετικότητά τους ή κατέστρεφαν αριστουργήματα που διαλαλούσαν το νέο, το ξεχωριστό και ήθελαν να φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο -όπως τουλάχιστον ευελπιστούσαν οι συγγραφείς τους.
Διάβαζα τις αράδες που μου είχε δώσει κάποτε, μελάνι που έκαιγε τα χέρια από τη θέρμη. Λέξεις που καταντούσαν υγρές κηλίδες από τα δάκρυα του χωρισμού και της γλυκιάς ανάμνησης. Όλα εκείνα τα σκόρπια κουλουράκια και μπαστουνάκια δημιουργούσαν μόνο αισθήματα πόνου και αγάπης. Ήταν η σκέψη εκείνης που καταλάμβανε κάθε κύτταρο του νου και της καρδιάς του, μιας καρδιάς αφιερωμένης -με θρησκευτική λατρεία και δογματισμό- σ’ εκείνη. Ίσως αυτός ο δικός του ο πόνος και η δική μου η λύπηση να κάνει σήμερα την πένα μου να ζωγραφίζει πάνω στο χαρτί και να μοιράζει απλόχερα τα συναισθήματά μου για το τέρας στο γράφοντα και το σημειωματάριό του.
Τα χειρόγραφα ερωτικά γράμματα ήταν η ανάμνηση του δικού του παρελθόντος. «Μήπως τα τρυφερά συναισθήματα είναι πιο σπάνια από ότι πριν από εκατόν πενήντα έτη;» αναρωτήθηκε. «Η ζεστασιά της αγάπης, συμπλήρωσε, δεν είναι λιγότερη σήμερα. Ίσως η ανυπομονησία της να είναι». Χρόνια αργότερα, στην εποχή που οι υπολογιστές καθοδηγούν το παιχνίδι τούτο, αυτά τα λόγια αποδεικνύουν ακράδαντα τη διαχρονικότητά τους. Μόνο μέσα από τις ξέφρενες ταχύτητες της ζωής και τις συνεχείς αλλαγές ξεπηδά η ανάγκη μας για στιγμές γαλήνης, βραδύτητας και περισυλλογισμού.
Και τούτο βέβαια το κείμενο δεν έχει στόχο να βελτιώσει έναν κόσμο που οι ίδιοι οι Χριστιανοί βίασαν και κατέστρεψαν, αλλά μόνο να φανερώσει κάποιες σκέψεις, κάποιους πόνους, ενός ανθρώπου που διέφερε. Διέφερε γιατί έγινε αθάνατος και κυνηγήθηκε και θυσιάστηκε στο βωμό της μοναξιάς της αθανασίας, στο βωμό του χαμού αθώων ή όχι αγαπημένων προσώπων. Δεν είναι τούτο ένα δοκίμιο για την αθανασία ή τα αιμοτραφέντα τέρατα. Δεν είναι καν διήγημα& μόνο ένα αφήγημα: ένα ανένταχτο στις κατηγορίες του πεζού λόγου κείμενο, χωρίς καν τα δικά του χαρακτηριστικά. Δίχως να διαθέτει εκείνο ή το δείνα στοιχείο που να δημιουργήσει μια δική του κατηγορία, ένας όρος που δηλώνει κείμενα -απαρχαιωμένα πια- του 19ου αιώνα (όχι ότι έχει καμία αξία η ενσωμάτωσή του κάπου, απλώς θα διαφωνούν οι ειδικοί φιλόλογοι αν θα πρέπει να χαρακτηριστεί έτσι ή αλλιώς. Λες και ο κόσμος θα χάσει τόσο πολύ αν γίνει το λάθος τούτο).
Η μορφή που περισσότερο του ταίριαζε ήταν εκείνη του Οδυσσέα. Ένας ναυαγός μόνος στο νησί της ζωής που ήθελε να κάθε τρόπο να φτάσει στην Ιθάκη της αγκαλιάς και της χαράς. Μόνο που οι θεοί -εκείνοι που νόμιζαν ότι είναι θεοί και στο όνομα ενός θεού ήθελαν να κρίνουν τις πράξεις τους- τον έδιωχναν πότε μακριά και πότε τον άφηναν να ηρεμεί χάνοντας τα ίχνη του. Έχοντας τις δικές του Σειρήνες να τραγουδούν για να τον βγάλουν από το δρόμο της ευτυχίας και να σκοτώσουν κάθε τι που αγαπούσε και εκείνον τον ίδιο ακόμα αν ήταν τυχεροί& με τους δικούς του Λωτοφάγους για να ξεχνά κάπου-κάπου τα βάσανα που του χάρισε η αιωνιότητα και να απολαμβάνει λίγο ξαποσταίνοντας την ζωή μέσα στην παραζάλη του κυνηγητού.
Άλλοτε πάλι έμοιαζε με τον Αίαντα, τον πιο τραγικό ήρωα όλων των επικών ποιημάτων, το δραματικότερο της αρχαίας τραγωδίας. Εκείνος που προστάτευε ως ο πιο δυνατός ήρωας μετά τον ημίθεο Αχιλλέα το στρατόπεδο των Αχαιών από τις επιθέσεις των Τρώων έχοντας τη σκηνή του στη μια άκρη, ενώ στην άλλη πλευρά έστεκε του Αχιλλέα. Αυτό τον ήρωα που έγινε έρμαιο στη βούληση των θεών, έζησε την τραγωδία και τη φυλακή της ρουτίνας. Μιας ρουτίνας που κράτησε από τότε που ανδρώθηκε και μόνο στο τέλος την συνειδητοποίησε σ’ όλη της την έκτασή. Η ρουτίνα του Αίαντα έκλεινε όλη τη ζωή του, σκέψεις και δράση, γύρω από μία ηθική αρχή: τον κώδικα τιμής του ήρωα. Αγωνίστηκε και σκότωσε Τρώες μόνο και μόνο για να κρατήσει την τιμή του. Έλειψε απ’ το βασίλειό του και από την ειρηνική του ζωή επί δέκα έτη, μόνο για την ιδέα της τιμής και τις άλλες αντιλήψεις της εποχής των ηρώων.
12 έκριναν :
Oι αναμνησεις των σχεσεων,οπως αναφερεις,να ξερεις οτι θα πεταγονται παντα μπροστα μας για να μας πληγωνουν...
Πάλι τέρας έγραψες...
πρέζα, οι σχέσεις πάντα πληγώνουν και οι μακρινές ακόμα κι αν πέρασαν χρόνια και μένξουν μόνο οι θύμησες.
Κάτσε όμως να δεις και τη συνέχεια, γιατί η σχέση τούτη είναι λίγο διαφορετική, πιο περίεργη, όπως ακριβώς και ο περιγραφόμενος ήρωας.
Αντώνη,μεγάλο τέρας ή δυσνόητο;
Το τι μηνύματα λαμβάνω εγώ ως δέκτης του κειμένου πολύ πιθανόν να είναι διαφορετικά από αυτά του πομπού (εσύ δλδ). Δυσνόητο είναι για όσους δεν θέλουν να λάβουν το όποιο μήνυμα.
Θυμόμαστε σχεδόν πάντοτε τα χειρότερα
Θα διαφωνήσω με τον Michalaki ως προς το ότι δυσνόητο είναι ένα κείμενο για όσους δεν θέλουν να λάβουν το όποιο μήνυμα. Διότι μπορεί ο αναγνώστης να μην γνωρίζει ή να μην είναι εξοικειωμένος με τον κώδικα συμβόλων που χρησιμοποιεί ο γράφων οπότε να αδυνατεί να τον απωκοδικοποιήσει και να καταλάβει. Και δεν μου αρκεί σε ένα λογοτεχνικό κείμενο του δείμου να καταλάβω ότι αποδίδει όλα τα δεινά του κόσμου στον χριστιανισμό, γιατί αυτό είναι πασιφανές και στα υπόλοιπα κείμενά του. Με ενδιαφέρει να μπορώ να κατανοήσω και τις αναφορές στην αρχαιότητα και τα σύμβολά της. Αλλά το σημερινό κείμενο έχοντας την εμπειρία και το παίδεμα που έφαγα με το προηγούμενο μου είναι περισσότερο κατανοητό έως πλήρως κατανοητό.
Θα συμφωνήσω όμως από την άλλη επίσης με τον Michalaki ότι το τι μηνύματα λαμβάνει ο δέκτης είναι πολύ πιθανό να είναι διαφορετικά από αυτά του πομπού, δηλαδή του γράφοντος. Και μάλιστα κάποιες φορές μπορεί να είναι και τελείως μα τελείως διαφορετικά...
Οσο για το τι μένει από τις σχέσεις; Για όσους έχουν γεράσει αρκετά ή νιώθουν έτσι αυτό που μένει -προσωπική άποψη πάντα- είναι η αίσθηση του "ευχαριστώ ζωή για όσα μου χάρισες"...
Τάσο, θα διαφωνήσω. Συνήθως μας μένουν οι γλυκιές αναμνήσεις και όχι οι αρνητικές. Πιο εύκολα θυμάσαι ευχάριστες στιγμές παρά τις άσχημες που τις απωθείς στα βαθύτερα του υποσυνείδητου, ακριβώς για να επιβιώσεις ψυχολογικά. Ο πόνος μένει συχνά, αλλά ουσιαστικά θυμόμαστε την ανάμνηση του πόνου.
coolplatanos,
δεν είχα συνειδητοποιήσει μέχρι τώρα ότι λειτουργούν συμβολικά ορισμένα σημεία. Τα χρησιμοποιώ και εδώ συνειρμικά επειδή για εμένα είναι αναμνήσεις και διδαχές του παρελθόντος.
Σαφώς βέβαια και κάθε αναγνώστης λαμβάνει ό,τι μηνύματα θέλει. Αλλά να θυμίσω και πάλι ότι το αφήγημα συνεχίζεται.
Θα περιμενω λοιπον τη συνεχεια....
Δήμο μου φυσικά και λειτουργούν συμβολικά ορισμένα σημεία όταν αναφέρεσαι σε αρχέτυπα της μυθολογίας όπως π.χ. ο Αίας και μάλιστα δεν είναι καθόλου εύκολο κάποιος να σε αποκωδικοποιήσει γιατί το αρχέτυπο έχει τη συλλογική του σημασία, αλλά και την απόλυτα ατομική που μπορεί να του αποδίδει όποιος το χρησιμοποιεί όταν γράφει.
Ο Αίας ή ο Οιδίποδας δεν είναι απλά και μόνο ήρωες ενός μύθου, είναι φορτισμένοι και με συλλογικές συμβολικές έννοιες νομίζω. Δεν είναι δηλαδή απλά ατομικά πρόσωπα.
Ακόμα και πιο πρόσφατα πρόσωπα της ιστορίας μας έχουν φορτιστεί με συμβολισμούς, πόσο περισσότερο τόσο παλιά και καταγραμμένα στο συλλογικό μας ασυνείδητο έστω και αν έχουμε ξεχάσει που πρωτοδιαβάσαμε γι' αυτά και τις μας έμεινε. Καλό σου βράδυ και αναμένω τη συνέχεια
Ναι δε θα διαφωνήσω. Απλά άργησα να το συνειδητοποίησω στην πραγματική του έκταση.
Ο σχολιασμός όταν ολοκληρωθεί.
Δημοσίευση σχολίου