Ποινή, άδεια και χωματερές ψυχών

γράφτηκε για τον κλόουν
Η δραπέτευση του Χρ. Ξηρού έδωσε μία ευκαιρία σε δημοσιογράφους και κυβέρνηση να επαναφέρουν το φόβο της τρομοκρατίας, λειτουργώντας στην ουσία αποπροσανατολιστικά. Ωστόσο, χαρακτηριστικό την όλης φάσης (και λόγω της κοινωνικής πίεσης που δέχεται η κυβέρνηση δεδομένων και των προηγούμενων φιάσκων με Σακκά, Μαζιώτη-Ρούπα και Σ. Ξηρό, αν και οι υποθέσεις είναι άσχετες μεταξύ τους), είναι η έλλειψη ψυχραιμίας και πραγματικής έρευνας για τις άδειες και το καθεστώς χορήγησής τους.
Και η άγνοια αυτή όταν εκτίθεται με στόμφο και κρίσεις με το μανδύα του ρεπορτάζ καταντά τυχοδιωκτική και λαϊκίστικη γιατί επενδύει αποκλειστικά και μόνο στο φόβο του πολίτη κι όχι στην ενημέρωσή του. Η αμάθεια και η συσκότιση επιτρέπουν την ανάπτυξη συναισθημάτων εκδικητικότητας και αδιαφορίας για τις συνθήκες κράτησης και το σκοπό της φυλάκισης και γενικότερα της ποινής.
Έτσι, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις εκείνων που φώναζαν για τα θύματα θέτοντάς τα σε αντιδιαστολή με την άδεια κρατουμένου. Αν και το σχήμα είναι αυθαίρετο (κι όχι αντιθετικό), το συναίσθημα κυριαρχούσε, καθώς παραβλέπονταν ότι η ποινή είναι εκείνη που αποδίδει τα πρεπούμενα στα θύματα κι όχι η άδεια, που αποτελεί μέρος της ποινής υπό προϋποθέσεις. Ένα θύμα εγκλήματος (πλην οικονομικού) ποτέ δε θα θεωρήσει ότι ικανοποιείται από καμία ποινή.
Άλλωστε, στόχος της ποινής είναι να τιμωρήσει το δράστη, να του δώσει την ευκαιρία του σωφρονισμού και της ειλικρινούς μετάνοιας και παράλληλα να παραδειγματίσει τους άλλους διά του φόβου επιβολής της ίδιας ποινής (και πρέπει να ισχύουν και οι τρεις προϋποθέσεις). Για αυτό εξάλλου επιμένουμε ότι προτιμάται μία βέβαια μικρή ποινή, παρά μία μεγάλη μα αβέβαιη τιμωρία.
Από την άλλη, όμως ακόμα κι αν αδιαφορήσουμε για τη ζωή των κρατουμένων, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι ο θεσμός των αδειών σε κρατούμενους λειτουργεί θετικά για τη λειτουργία των φυλακών μειώνοντας τις συγκρούσεις εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, που ούτως ή άλλως τελούν υπό συνθήκες υπερπληθυσμού. Ο κρατούμενος για να πάρει άδεια οφείλει να επιδέιξει εξαιρετική διαγωγή (μειώνοντας εντάσεις), ενώ επιστρέφοντας με καλή ψυχολογική κατάσταση (και με στόχο μια εκ νέου άδεια) συμπεριφέρεται ακόμα καλύτερα. Ουσιαστικά οι άδειες εκτός από το θετικά ψυχολογικά ευεργετήματα των ατόμων, λειτουργούν θετικά για τις συνθήκες κράτησης όλων των κρατουμένων.
Άλλωστε, αν κάποιος αδειούχος προβεί σε αδίκημα κατά την άδειά του κινδυνεύει με αύξηση της ποινής φυλάκισης και μη χορήγησης νέας άδειας. Και για αυτό το λόγο οι παραβιασμένες (με αδικήματα ή μη έγκαιρη επιστροφή) άδειες είναι ένα μικρό ποσοστό. Εξάλλου, πρέπει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης την τριετία 2010-2012 χορηγήθηκαν 12.004 άδειες σε κρατουμένους με αριθμό παραβιάσεων μόλις 324.
Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι ο αδειούχος κρατούμενος εκτός των παραπάνω ενσωματώνεται κοινωνικά ταχύτερα ως αποφυλακισμένος από κρατουμένους που δεν έλαβαν ποτέ άδεια. Και αυτό έχει σημασία για τα περισσότερα αδικήματα που οδηγούν σε φυλάκιση του δράστη, μετά από χρόνια επιστρέφει στην κοινωνία. Έτσι, είναι αναγκαίο, ο αποφυλακισμένος να είναι σε θέση να επανακοινωνικοποιηθεί.
Επιλογικά, η συζήτηση τούτη κάθε φορά που έχουμε μία δραπέτευση επαναφέρεται με δριμύτητα στο δημόσιο διάλογο υπό το γνώριμο ά-λογο ύφος τηλεοπτικών ρεπόρτερ και σε καθεστώς απουσίας ψυχραιμίας. Οι αριθμοί παραβιάσεων και η κακή κατάσταση των φυλακών σε συνδυασμό με την ανάγκη επανακοινωνικοποίησης αποφυλακισμένων καθιστών τις άδειες αναγκαίες. Κάθε άρνησή τους επιδεικνύει άγαρμπη εκδικητικότητα και αδιαφορία για την κατά περίπτωση καταδίκη και διαγωγή, επιχειρηματολογώντας πάνω σε αόριστες γενικόλογες περιπτώσεις.
Οι σημερινές συνθήκες κράτησης δημιουργούν τις κατάλληλες επιβαρυντικές προϋποθέσεις για την εξέλιξη της εγκληματικότητας. Για να καταφέρει το σωφρονιστικό σύστημα να ανταποκριθεί στην αποστολή του και να λειτουργήσουν οι φυλακές ως χώροι βελτίωσης των τροφίμων και προετοιμασίας για την ομαλή επανένταξή τους στην κοινωνία, είναι απαραίτητη η σταδιακή αλλαγή του ιδεολογικού προσανατολισμού του θεσμού, από μέσο άσκησης εξουσίας, σε μέσο σωφρονισμού και επανακοινωνικοποίησης των κρατουμένων.
Η φυλακή δεν αποτελεί βόθρο (όσο κι αν θέλει η Πολιτεία να τον καταντήσει τέτοιο) ούτε χωματερή ψυχών. Οι κρατούμενοι είναι μέλη μιας κοινωνίας που θέλει να λέγεται δημοκρατική και που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η καλύτερη διαβίωσή τους, βελτιώνει την επαναφορά τους στην κοινωνία και αναστέλλει πολλά αρνητικά που γεννιούνται στα καταστήματα σωφρονισμού. Άλλωστε, η δημοκρατικότητα μιας κοινωνίας φαίνεται από τον τρόπο που συμπεριφέρεται στους παρανομούντες και τις ποινές που τους επιβάλλει. Ούτως ή άλλως καμία ποινή (ακόμα κι η απάνθρωπη θανατική ποινή ή ο ακρωτηριασμός και τα βασανιστήρια).

ShareThis