Λογοτέχνης δεν υπήρξα ποτέ και ούτε σαν τέτοιος θέλω να φανώ. Με την τέχνη η σχέση μου ήταν πάντα κριτική και φιλοσοφική. Είναι όμως μερικές φορές που νιώθω μια έντονη ανάγκη να εκφραστώ διαφορετικά. Μακριά, λοιπόν, από τη στεροτυπία και την ψυχρότητα της έφρασής μου, πλάθω μυθοπλαστικές ιδέες διατυπωμένες λίγο διαφορετικά από τον οικείο λόγο. Πότε με ψευτο-λογοτεχνική χρειά, πότε με φιλολογικό στόμφο ή επίτηδες ασύνταχτα. Άλλοτε με λέξεις οικείες και οικεία εμπλουτισμένες με τη χρήση ενίοτε της εκκλησιαστικής γλώσσας (που πρώτος ανακάλυψε ο εκπληκτικός Οδύσσεας Ελύτης -το αξιότερο ελληνικό Νόμπελ). Με ιστορικές και δηκτικές αναφορές προσπαθώ να εντοπίσω όλα εκείνα που με ενοχλούν στην ελληνική (και χριστιανική) σεξουαλικότητα.
Το ακόλουθο κείμενο υπήρξε μια ιδέα του 1995 και έκτοτε άλλαξε πολλές φορές στυλ και γλώσσα πριν την τελική σημερινή μορφή του. Αν και ήταν το πρώτο, ωστόσο, κατάντησε να αποτελεί τη θεματική (όχι πλοκής) συνέχεια του αρώματος της ιέρειας. Και τούτο είναι ένας ύμνος στον έρωτα, ύμνος στη γυναίκα, ένας ύμνος στα δύο κορμία (ή και τρία ή και τέσσερα -αδιαφορώ, έρωτας να είναι μόνο) που ενώνονται για να τιμήσουν τη Νύχτα. Το υποσχέθηκα και το παρουσιάζω τις "άγιες"τούτες μέρες, γιατί τώρα στην ανάπαυλα μας δίνεται η ευκαρία να ερωτευόμαστε. Γιατί αυτές τις μέρες και η Νύχτα ερωτεύεται.
Υ.Γ. Είναι πιο απότομο, πιο σκληρό, πιο άγριο.
_____________________________________________________________
Όταν κρυφτεί ο Ήλιος, τότε αρχίζει το βασίλειο της Νύχτας. Είναι η στιγμή που η λάγνα γυναίκα συναντά τον εραστή της ή τους εραστές της για να ερωτευτούν κάτω από την προστασία του σκοταδιού. Μόνο η Νύχτα και οι δικοί της εραστές, τα Άστρα, μπορούν να τρυπώσουν μέσα στα ημισκότεινα δωμάτια των ξενοδοχείων ή τις κρεβατοκάμαρες των σπιτιών και να χαρούν τη θέα των γυμνών κορμιών που ακολουθούν το παράδειγμα του Αδάμ και της Εύας, της Σαπφώς και της παρέας της, του Αχιλλέα και του Πατρόκλου, του Καλιγούλα και των φίλων του.
Μετά τη δύση του, έρχεται η χαρά της Νύχτας× η μόνη που μπορεί και βλέπει και αποκαλύπτει όλα τα ένοχα μυστικά που διαδραματίζονται στο δικό της βασίλειο. Βλέπει τις απογόνους της Σαλώμης, όσους γλίτωσαν από την κατάρα του Θεού στα Σόδομα και τα Γόμορρα και τους μιμητές του τρισκατάρατου Αυνάν να ηδονίζονται με τη βοήθεια της Τέχνης.
Είναι η ώρα που η λαγνεία μιας γυναίκας μπορεί να οδηγήσει στη συγγραφή ενός ερωτικού διηγήματος, αφιερωμένο στη Νύχτα που προστατεύει τους εραστές από τα αδιάκριτα βλέμματα των ξένων και τους επιτρέπει κάτω από τη σιωπή της να πραγματοποιήσουν κάθε επιθυμία και φαντασίωσή τους.
Η Νύχτα φαινόταν να προχωρά προς το τέλος της και να αλλάζει τη θέση της με την αντίζηλη της. Δεν της πολυάρεσε που έπρεπε να φύγει. Θα προτιμούσε να βασιλεύει εκείνη όλο το εικοσιτετράωρο. Τη Μέρα τη ζήλευε όπως η σύζυγος την ερωμένη. Μόνο το γεγονός ότι φεύγοντας από εκεί, θα σκορπούσε τα σκοτάδια της και θα άπλωνε τα αστεροπλεγμένα δίχτυα της σε άλλους κόσμους της απάλυνε τον πόνο. Ωστόσο, δεν θα παραχωρούσε αμαχητί τη θέση της. Ήξερε το αποτέλεσμα του άνισου αγώνα, που την οδηγούν κάθε χάραμα οι νομοτέλειες της φύσης. Αλλά, πολεμούσε. Πάσχιζε πάση θυσία να εμποδίσει τις ηλιαχτίδες να την ξεσκίσουν στη μέση, να την χαλάσουν.
Τα σύννεφα, ήταν οι βοηθοί της. Έπρεπε ακόμα να περάσει πολύ ώρα, ώστε ο Ήλιος να επιβάλλει τη βασιλεία του ως φυσικός σύμμαχος της Μέρας. Στον αντίποδα του ήταν τ’ άλλα Άστρα, ήλιοι κι εκείνοι, αλλά αδύναμοι λόγω της απόστασης να του επιβληθούν. Τ’ Άστρα είχαν κάθε λόγο να μισούν τον Ήλιο και να προτιμούν τη Νύχτα απ’ την Μέρα. Μόνο μέσα από τα νυχτερινά δίχτυα της μπορούσαν να προκαλούν το ανθρώπινο μάτι και να δημιουργούν μια αλλιώτικη εικόνα. Και η Νύχτα αγαπούσε τ’ Άστρα. Βελτίωναν τη μαυρισμένη εικόνα της. Κι έτσι κάθε βράδυ συναντούσε τους δισεκατομμύρια εραστές της.
Η μαυροντυμένη ερωμένη ήξερε ότι πολλοί άνθρωποι ήταν στο πλευρό της. Μόνο κάτω από το δικό της στέμμα μπορούσαν ν’ απολαύσουν τη ζωή τους. Μόνο στα μαύρα σκοτάδια της ζωντάνευαν τα πιο άγρια, μα και τα πιο ζωηρά της ένστικτα. Εκείνη, θα έπρεπε να θεωρείται θεά της διασκέδασης× του έρωτα× της πορνείας, της λαγνείας.