Προοπτικές σύστασης μητροπολιτικών διοικήσεων σε Αθήνα και θεσσαλονίκη

σε σχέση με το προηγούμενο άρθρο και ενόψει και των επικείμενων αλλαγών

Αποτελεί πλέον πολυσυζητημένο θέμα η επισήμανση της ανάγκης για μία νέα ριζοσπαστική μεταρρύθμιση, ειδικά στο επίπεδο των δύο μεγαλύτερων πόλεων. Η έλλειψη αντιστοιχίας και παρααλληλίας μεταξύ του κοινωνικο-οικονομικού και του θεσμικού-οργανωτικού επιπέδου είναι έκδηλη. Οι πολιτικο-διοικητικοί θεσμοί αδυνατούν να παρακολουθήσουν και να ελέγξουν την εξελισσόμενη κοινωνικό-οικονομική πραγματικότητα και δυναμική με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η κοινωνική χρησιμότητα και η νομιμοποίηση του θεσμικού πλαισίου, ενώ παράλληλα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη η αντιμετώπιση. Η αυτοδιοίκηση σήμερα στα μεγάλα άστη (ειδικά στην Αθήνα/Αττική και τη Θεσσαλονίκη) παρουσιάζεται με διάχυτα συμπτώματα παραλυσίας, έλλειψης συντονισμού στο σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων και εφαρμογής μιας ενιαίας πολιτικής.

Ο ιδιαίτερος και δαιδαλώδης χαρακτήρας των προβλημάτων, μεταξύ των άλλων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, οδήγησε στο παρελθόν στην εξαίρεση των πολεοδομικών τους συγκροτημάτων από την εφαρμογή του σχεδίου «Ι. Καποδίστριας» προκειμένου να γίνει μετά από προσεκτική προετοιμασία και η μητροπολιτική μεταρρύθμιση. Σήμερα, αντιστρέφοντας αυτή τη προσέγγιση, η δημιουργία μητροπολιτικής διακυβέρνησης μπορεί να γίνει σηματοδότης και μιας ευρύτερης αναδιάταξης της δευτεροβάθμιας αυτοδιοίκησης σε περιφερειακό επίπεδο σε ολόκληρη τη χώρα. 
Βασικό αντικείμενο της συγκρότησης σχημάτων μητροπολιτικής διακυβέρνησης είναι το περιβάλλον, οι μεταφορές και ο χωρικός σχεδιασμός. Η αντιμετώπιση των σύνθετων περιβαλλοντικών προβλημάτων στις δύο μητροπολιτικές περιοχές της χώρας μπορεί να γίνει με την ολοκληρωμένη διαχείριση όλων των πλευρών που επηρεάζουν τους φυσικούς πόρους και τα φυσικά οικοσυστήματα, την ποιότητα του περιβάλλοντος και την ποιότητα ζωής των κατοίκων των περιοχών αυτών. Παράλληλα, βέβαια, απαιτείται σχεδιασμός και εφαρμογή μιας συνεκτικής, εσωτερικά συνεπούς, χωρικά ολοκληρωμένης και αποτελεσματικής χωροταξικής και πολεοδομικής πολιτικής που να καλύπτει τα όρια της χωρολειτουργικής μητροπολιτικής περιφέρειας. Τα αιτήματα αυτά -αυτονόητα στον χωρικό σχεδιασμό- γίνονται επιτακτικά με την εισαγωγή της αρχής της βιωσιμότητας, η οποία αποκτά νόημα μόνον εφόσον ο χωρικός σχεδιασμός ενσωματώσει τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές διαστάσεις της ανάπτυξης.
Τα προβλήματα όμως αυτά τελικά υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής και τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Έτσι, εδώ και χρόνια γίνεται φανερό ότι αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τα προϋπάρχοντα σχήματα διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης και απαιτεί ιδιαίτερα σχήματα άσκησης μητροπολιτικών λειτουργιών. Αντίθετα, υπονομεύουν την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξης της περιοχής και υποδαυλίζουν τελικά το κοινωνικό μίσος και την εγκληματικότητα σε βάρος της κοινοτικής συνοχής.
Η μητροπολιτική περιοχή λειτουργεί ως ενιαίος χώρος σε κρίσιμα ζητήματα της αστικής ανάπτυξης. Η εγκατάσταση και λειτουργία των επιχειρήσεων αφορά και επηρεάζει, θετικά ή αρνητικά, το σύνολο της μητροπολιτικής περιοχής και όχι μόνον τη συγκεκριμένη θέση εγκατάστασης της επιχείρησης. Το ίδιο και το ανθρώπινο δυναμικό εντάσσεται σε ένα ενιαίο χώρο, μια ενιαία αγορά εργασίας σε μητροπολιτικό επίπεδο, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας των εργαζομένων.
Από την άλλη, στις δύο πόλεις παρατηρούμε συχνά μία αξιοσημείωτη αδυναμία αξιοποίησης ευκαιριών διακυβεύοντας τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι οι μητροπολιτικοί φορείς έχουν συμβάλλει σημαντικά στην ανάδειξη της αναπτυξιακής δυναμικής των αντίστοιχων μητροπόλεων. Εξάλλου, η δημιουργία ενός μητροπολιτικού επιπέδου διακυβέρνησης έχει ως βασικό στόχο την επίτευξη συνεργίας και ολοκλήρωσης των ασκούμενων πολιτικών και αρμοδιοτήτων που, μέσω της βελτίωσης της συνολικής (διοικητικής και κοινωνικής) αποτελεσματικότητας της διακυβέρνησης σε μητροπολιτικό, επίπεδο αναμένεται να επιφέρει σημαντικά οφέλη.
Ακόμα και η στελέχωση των υφιστάμενων πρωτοβάθμιων αυτοδιοικήσεων παρουσιάζει σημαντικές ανισότητες τόσο σε μορφωτικό επίπεδο όσο και στον αριθμό υπαλλήλων σε ανάλογες υπηρεσίες. Και όλα αυτά τη στιγμή που η διαδημοτική συνεργασία παραμένει πενιχρή και καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής εξαιτίας του κατακερματισμού των δήμων, της διαφορετικής κοινωνικής και εισοδηματικής σύνθεσής τους και της επικράτησης συνθηκών ζωής που διαφοροποιούνται έντονα από δήμο σε δήμο. Οι δε διαδημοτικές συμπράξεις (Ενώσεις, Αναπτυξιακές Εταιρείες, Σύνδεσμοι κ.ά.) αδυνατούν να παρέμβουν σε σημαντικά αναπτυξιακά προβλήματα.
Με τη μητροπολιτική διοίκηση αυξάνονται οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες των πόλεων και αποφεύγονται οι περιθωριοποιήσεις τους, ενώ την ίδια στιγμή ενισχύεται ο ανταγωνισμός των μητροπολιτικών περιοχών για την προσέλκυση οικονομικών δραστηριοτήτων αναβαθμίζοντας τη θέση τους στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ιεραρχία των πόλεων. Επιπλέον, περιορίζεται το έλλειμμα συντονισμού των ασκούμενων πολιτικών, ενώ δίνεται η ευκαιρία να εμπλακεί ο μητροπολιτικός φορέας σε καινοτόμες δράσεις και ενέργειες, οι οποίες είτε σήμερα δεν καλύπτονταν από κανένα φορέα είτε δεν εφαρμόζονται αν και ενέπιπταν στις αυτοδιοικητικές αρμοδιότητες.
Η δημιουργία ενός μητροπολιτικού επιπέδου διακυβέρνησης θα επιφέρει αναβάθμιση της ποιότητας ζωής και του περιβάλλοντος, την πιο αποτελεσματική και ποιοτική παροχή υπηρεσιών στους πολίτες, την προώθηση της κοινωνικής συνοχής και την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της μητροπολιτικής περιοχής. Εξάλλου, στόχος των μητροπολιτικών σχημάτων διοίκησης είναι η προώθηση της επίλυσης των περιβαλλοντικών προβλημάτων σε κατάλληλες κλίμακες του χώρου και η σύνδεση της περιβαλλοντικής πολιτικής με άλλες πολιτικές με τελικό σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων των δύο μητροπολιτικών περιοχών.
Ένας αιρετός μητροπολιτικός φορέας μπορεί να καλύψει την έλλειψη ενός μηχανισμού που θα αντιμετωπίζει ενιαία και ολοκληρωμένα το ζήτημα της ανάπτυξης αναλαμβάνοντας επιτελικές αρμοδιότητες που αυτή τη στιγμή καλύπτονται αποκλειστικά σχεδόν σε επίπεδο κεντρικής ή περιφερειακής διοίκησης. Έτσι, κρίνεται αναγκαίο να έχει τη θεσμική κατοχύρωση ώστε να σχεδιάζει μία ενιαία πολιτική ανάπτυξης προσελκύοντας επενδύσεις και προωθώντας την καινοτομία, παρέχοντας σχεδιασμένη στήριξη στις επιχειρήσεις ακόμα και οριοθετώντας και τις περιοχές οικονομικής δραστηριότητας. Ο νέος μεγάλος Δήμος θα απαρτίζεται από τα μεγάλα και χωροταξικά ενιαία Δημοτικά Διαμερίσματα. Τα όρια των νέων ισχυρών Δημοτικών Διαμερισμάτων δεν μπορεί να είναι τα όρια των επί μέρους προϋφιστάμενων Δήμων, αλλά ευρύτερης έκτασης, ώστε να δημιουργείται ένα σοβαρό χωρικό μέγεθος για την εφαρμογή δράσεων και άσκησης ουσιαστικής πολιτικής. Ο νέος Δήμος και τα Δημοτικά του Διαμερίσματα θα διοικούνται από αιρετούς άρχοντες και ισχυρά αιρετά Συμβούλια.
Παράλληλα, η μητροπολιτική διοίκηση θα μπορεί να συντονίζει καλύτερα -με τη συμμετοχή των τοπικών φορέων- την τουριστική προβολή των δύο μεγαλουπόλεων και να σχεδιάζει και να υλοποιεί προγράμματα για το ανθρώπινο δυναμικό συνδέοντας την έρευνα με την εκπαίδευση και την παραγωγή. Η καλύτερη γνώση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, προβλημάτων και δυνατοτήτων της μητροπολιτικής περιοχής, η αμεσότερη επαφή με το τοπικό παραγωγικό σύστημα και την αγορά εργασίας, την τοπική κοινωνία και τους φορείς της πόλης και η αναβαθμισμένη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, που συνεπάγεται το σενάριο του αυτοδιοικητικού φορέα μητροπολιτικής διακυβέρνησης, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες που δίνουν στη συγκεκριμένη μορφή μητροπολιτικού φορέα το συγκριτικό πλεονέκτημα για την άσκηση της αρμοδιότητας που αφορά στη λειτουργία ενός γραφείου «one stop shop». Στο πλαίσιο άσκησης αυτής της αρμοδιότητας τόσο οι οριζόντιες όσο και οι κάθετες σχέσεις του μητροπολιτικού φορέα ουσιαστικά συγκροτούνται στη βάση της συνεργασίας με τους άλλους φορείς και τα άλλα επίπεδα τόσο της κεντρικής διοίκησης όσο και της αυτοδιοίκησης.
Είναι όμως αναγκαίο να σημειωθεί ότι η μητροπολιτική διοίκηση δεν πρέπει να λειτουργήσει ως υποκατάστατο των δυσλειτουργιών των άλλων επιπέδων διοίκησης ούτε και να εξελιχθεί σε ένα υδροκέφαλο μηχανισμό μακριά από τους πολίτες, υπερφορτωμένο με ευθύνες και αρμοδιότητες που θα οδηγήσουν σε νέες δυσλειτουργίες. Είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει ανεξάρτητο, χωρίς τις κρατικές γραφειοκρατικές αγκυλώσεις αποκτώντας θεσμικές ελευθερίες κινήσεων και αποφάσεων για ό,τι την αφορά. Φυσικά και το μητροπολιτικό επίπεδο διακυβέρνησης δεν μπορεί ούτε και πρέπει να υποκαταστήσει άλλα επίπεδα διοίκησης/αυτοδιοίκησης ή φορείς, ούτε να συγκεντρώσει λειτουργίες που μπορούν να ασκηθούν ή και ασκούνται από άλλα επίπεδα με μόνο επιχείρημα τις αδυναμίες τους.
Καθώς βέβαια σήμερα παρατηρείται αδυναμία συντονισμού δράσεων, ακόμη συχνότερο είναι το πρόβλημα καταγραφής των προβλημάτων, διενέργειας μελετών και τεκμηρίωσης κοινωνικών ή άλλων ζητημάτων. Και όταν γίνονται μελέτες αυτές είναι διάσπαρτες, ασυστηματοποίητες και οι πολιτικές που λαμβάνονται έχουν ενίοτε και αντίθετη στόχευση (ανάλογα με τη μετάφραση των αποτελεσμάτων ή την επιθυμιών στόχευσης). Είναι λοιπόν μια ευκαιρία τα μητροπολιτικά σχήματα να λειτουργήσουν ως τέτοια κέντρα τεκμηρίωσης, μελέτης, συγκέντρωσης και συστηματοποίησης των πληροφοριών. Από την πρώτη ακόμα σύσταση των μητροπολιτικών διοικήσεων είναι αναγκαίο να εκπονηθούν λεπτομερείς μελέτες για τις δράσεις που υλοποιούνται σε κάθε πολιτικό πεδίο σε κάθε δήμο (αστικό περιβάλλον, σχεδιασμός χωροταξικός, κοινωνική πολιτική, απασχόληση και ανεργία, καθαριότητα και περιβάλλον) και να εντοπιστούν οι αλληλοεπικαλύψεις και οι διαφορές ώστε να σχεδιαστεί μία ενιαία πολιτική.
Η επιλογή ενός μοντέλου αυτοδιοίκησης θα πρέπει να στηρίζεται στην άμεση εκλογή των αρχών και έτσι να έχει τη δύναμη της άμεσης δημοκρατίας που θα μπορούσε να ενισχύσει πολιτικά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, ενώ ταυτόχρονα θα ελέγχεται από τους ίδιους τους κατοίκους. Αντίθετα, η απουσία άμεσης εκλογής θα οδηγήσει στη μη αποδοχή των αποφάσεων από τον πληθυσμό και τους άλλους φορείς. Η μείωση και η απλούστευση των επιπέδων περιφερειακής διοίκησης και αυτοδιοίκησης θα πρέπει να συνοδεύονται από την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας και της αποτελεσματικότητάς τους. Λιγότερες και αρμονικότερες μονάδες, με σαφέστερες αρμοδιότητες και προκαθορισμένα πεδία δράσης, με μεγαλύτερη πολιτική και κοινωνική αντιπροσωπευτικότητα και λογοδοσία, με πλουσιότερη αποτελεσματικότητα. Πρέπει όμως πάντα να θυμόμαστε ότι ο σχεδιασμός της μητροπολιτικής περιοχής πρέπει να αντιπαλέψει σχεδόν πάντα τα οικονομικά συμφέροντα, συχνά ακόμη και με τις επιθυμίες των άμεσα θιγόμενων ανθρώπων. Η εξουσιαστικά θεσπισμένη ευταξία πρέπει να επιβληθεί στην άναρχη οικιστική επέκταση και την ιδιοτέλεια.

1 έκριναν :

akrat είπε...

καλησπέρα
εύχομαι κάθε επιτυχία

ShareThis