Άηχες οι κραυγές έβγαιναν από το στόμα του
ουρλιαχτά πόνου θάβονταν στο θολό μάτι
πόνος και κόπος σωρεύονταν στο τυφλό μέλλον
Με μια ελπίδα…
Μα η ελπίδα τον χαιρέτισε. Την έδιωξαν μακριά του
κι εκείνος την ήθελε σα παραμύθι
τουλάχιστον οι κραυγές ήταν άηχες.
Την ελπίδα την εξόρισαν. Μόνος κοιτά μυωπικά το μέλλον,
στίγματα τα χέρια του γεμάτα,
την αναζητούν ακόμα…
Στη σιωπή κρυμμένος την κρατούσε σφιχτά,
για τα παιδιά του, για τη φαμελιά,
για τον πόνο…
Ακόμα όμως ήχος δεν ακούγεται. Δεν ξέρει να φωνάξει,
πώς να ακουστεί (;)
πώς θα ακουστεί (;)
Η ελπίδα χάθηκε. Σύντροφος πια η αγωνία.
Oι κραυγές ακόμα βουβές.
Ο ήχος του τρόμου σκεπάζει το ψυχομαχητό του
Ψυχορραγά η φωνή του,
στην ένταση των απειλών κουρνιάζει η λαχτάρα του
στο άκουσμα του κινδύνου φωλιάζει την ταραχή του…
Kαι αχό δε βγάνει.
3 έκριναν :
Γράψε και τίποτα πιο αισιόδοξο, έ!
Μα καλά, δεν κατάλαβες ότι μας έσωσαν πάλι;
Ρε, Άσκαρ, με τέτοιο βιασμό ποώς να είμαι αισιόδοξος;
Swell, δεν το κατάλαβα. Εγώ νόμιζα ότι έσωσαν την πατρίδα...
Δημοσίευση σχολίου