Οι εκλογές στο επίκεντρο ενός πολέμου

Οι εκλογές του Ιούνη αποτέλεσαν τη συνέχεια της μάχης του Μαΐου κόντρα στο νεοφιλελεύθερο πνεύμα της μονομερούς λιτότητας και της διάλυσης του κράτους. Οι πολίτες, ως κεντρικά υποκείμενα της δημοκρατίας, σε ποσοστό άνω του 45% έκριναν πως για το χρέος δεν ευθύνονται οι ίδιοι (παρά τις δικές τους αναντίρρητες ευθύνες), αλλά ένα οικονομικό και πολιτικό σύστημα που επιδιώκει την καθυπόταξη της δημοκρατίας και της εθνικής κυριαρχίας στις αγορές.
Οι Έλληνες αντιλήφθηκαν -άσχετα που δεν εκφράστηκε με εκλογική πλειοψηφία- το επικίνδυνο παιχνίδι της τρόικας όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα παιχνίδι που επιβράδυνε την οικονομία και την ανάπτυξη κι οδήγησε ολόκληρα έθνη στην οικονομική καταστροφή και την κατάθλιψη.
Κλήθηκαν να ψηφίσουν υπό καθεστώς οικονομικής και κοινωνικής σύνθλιψης, μαζικής ανεργίας, τη φτωχοποίησης και επισφάλειας στην εργασία. Προσήλθαν στις κάλπες έχοντας στο νου τους την καταστροφή του κοινωνικού κράτους που ήδη βρίσκεται σε διαδικασία μεταφοράς σε ιδιωτικά χέρια, παράλληλα, με την αντιστροφή των κοινωνικών κατακτήσεων. Ακόμα χειρότερα βίωσαν την υποταγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο βωμό της μονομερούς λιτότητας και τις περιστολές των δαπανών, δικαιώματα που όχι όχι μόνο δεν προστατεύονται, αλλά έχουν καταρρακωθεί.
Κατανόησαν ότι η ευρωζώνη δεν ήθελε να λύσει το πρόβλημα[1], αλλά το χειρίστηκε ως αφορμή για να επιβληθεί η περικοπή του κράτους πρόνοιας και του κράτους οικονομικού πυλώνα της εθνικής οικονομίας. Λειτούργησε ως ευκαιρία προκειμένου να περικοπεί η ακμάζουσα μεσοαστική τάξη -είτε δημόσιων λειτουργών είτε επιχειρηματιών- που ολοένα θέλει και ισχυρότερη φωνή στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
Τα πακέτα βοήθειας δεν έσωσαν καμία χώρα. Αντίθετα, επέτρεψαν να εξασφαλίσουν τις επενδύσεις τους οι δανειστές και λειτούργησαν πυροσβεστικά δίνοντας απατηλές εικόνες σωτηρίας, με την ασφυκτική επιβολή λιτότητας και την υποβάθμιση των αδύναμων οικονομικών τους.
Κι ας μη λησμονούμε ότι η πολιτική λιτότητας εξυπηρετεί τις ανάγκες των γερμανικών τραπεζικών ελίτ και των αστικών οικονομικών που έχουν δεθεί στο γερμανικό άρμα. Η νέα real politik μετονομάστηκε σε εσωτερική υποτίμηση, σε λιτότητα, σε 3%. Την ίδια στιγμή, η πανίσχυρη γερμανική ηγεμονία, επιβάλλεται όχι μόνο με την οικονομική δύναμη των τραπεζών της, αλλά και με τρόπο άκρως αντιδημοκρατικό μέσα από την παράκαμψη των ενωσιακών και εθνικών πολιτικών θεσμών.
Μα, απέναντι στη γερμανική νεοφιλελεύθερη κι εθνικιστική ηγεμονία και στο πλαίσιο του παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού υπάρχει ο αγγλοσαξονικός αντίποδας σε σχεδόν συγκρουσιακή πορεία προς το γερμανικό οικονομικό ολοκληρωτισμό. Αλλά και στο εσωτερικό της γερμανικής αστικής τάξης καταγράφονται ρήξεις με την εμφάνιση ενός ισχυρού ανταγωνιστικού πόλου σε επίπεδο οικονομικών ελίτ.
Η επιστολή της Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών, που αναζητά αγορές και καταναλωτές πρωτίστως στην ΕΕ, βλέπει να συρρικνώνεται η κατανάλωση και να παραμένει η παραγωγή αδιάθετη, ενώ αντίθετα η γερμανική πολιτική να εξασφαλίζει τα συμφέροντα των πιστωτικών κολοσσών και να γίνεται λόγος για τραπεζική ένωση στο πλαίσιο της ΕΕ. Και η σύγκρουση αυτή ξεπερνά κατά πολύ το εσωτερικό της ευρωζώνης. Αγγίζει τη βρετανική και υπερατλαντική βιομηχανία και το εμπόριο που έχασαν εξαιτίας της γερμανικής εθνικιστικής και ηγεμονικής τάσης τις ευρωμεσογειακές αγορές.
Και αυτή τη στιγμή βλέπουμε να συνάπτονται νέες συμμαχίες πάνω ακριβώς σε τούτο τον ανταγωνισμό. Η νίκη του Ολάν διαμορφώνει ένα νέο ισχυρό πόλο στη σύγκρουση μεταξύ ανάπτυξης (βλ. ενίσχυση της οικονομίας και κατανάλωση βιομηχανικών αγαθών) και λιτότητας (βλ. πρωταρχική ανάγκη η εξασφάλιση του τραπεζικού κεφαλαίου από μελλοντικές επενδύσεις σε βάρος των λαών και της κατανάλωσης/παραγωγής). Η Γαλλία με την Ιταλία και συντόμως την Ισπανία σε συνεργασία με τις αγγλοσαξονικές οικονομίες εκφράζουν ακριβώς αυτό το μοντέλο.
Η γαλλική κι η ιταλική με την ισπανική βιομηχανία πρωτίστως στηρίζονται στις ευρωπαϊκές εθνικές αγορές. Είναι άμεσα εξαρτημένες από τη βιωσιμότητα όχι του χρέους, αλλά των ίδιων των πολιτών ως καταναλωτών. Στο ίδιο πνεύμα και οι γερμανικές βιομηχανίες, οι οποίες όμως στο άνοιγμά τους προς ανατολάς εξαρτώνται όλο και περισσότερο από ισχυρές τράπεζες ως μέσο χρηματοδότησής τους. Ωστόσο, δεν μπορούν να παραβλέψουν στο κυνήγι των ανατολικών αγορών τις πλησιέστερες ευρωμεσογειακές.
Και σε αυτό το ανταγωνιστικό πλαίσιο, εμφανίζεται ολοένα κι ισχυρότερος ο λαϊκός κινηματικός παράγοντας και ιδιαίτερα θα λέγαμε οι μεσοαστοί που σε όλη την Ένωση δέχονται τις ισχυρότερες πιέσεις, σύνθλιψη που στον ευρωπαϊκό νότο αποκτούν χαρακτήρα αγώνος για επιβίωση.

[1] Εξαγοράζοντας πχ η ΕΚΤ τα ομόλογα και πιέζοντας προς τα κάτω τα επιτόκια δανεισμού ή κόβοντας κι άλλο νόμισμα, όπως πρότειναν δεκάδες οικονομολόγοι κύρους. Κατά τον Μαρκ Βάισμπροτ αυτό δε θα είχε καμία συνέπεια στους φορολογούμενους, αλλά θα έθετε σε αμφισβήτηση δημιουργώντας προηγούμενο τη γερμανική ηγεμονία και το σκληρό ευρώ που θέλει να κρατήσει πάση θυσία των άλλων λαών.

4 έκριναν :

akrat είπε...

oι εκλογές ήταν μια στιγμή..

καλημέρα καλή εβδομάδα

Swell είπε...

Δεν πα να γίνουν 10 άξονες... Τις βάσεις για το τι θα γίνει η Ελλάδα, τις έθεσε ο Τριανταφυλλίδης. Χώρα υπηρεσιών που θα ζούσε από την αγροτική παραγωγή και το μεταναστευτικό και ναυτιλιακό συνάλλαγμα. Στην αρχή ακυρώθηκαν τα τελευταία. Ε, τώρα αποφάσισαν ν' ακυρώσουν και το πρώτο, τις υπηρεσίες...

ο δείμος του πολίτη είπε...

akrat, πάντα μια στιγμή είναι. Ωστόσο, είναι αναγκαίες οι ερμηνείες τους και η εκτίμηση των γεγονότων. Ειδικά φέτος.

Swell, δε διαφωνώ επί της ουσίας...

radical είπε...

Δήμο, ξεπερνά το 50% του ελληνικού λαού που ψήφισε για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Τα 3 κυβερνητικά κόμματα φτάνουν το 48%. Το ζήτημα σήμερα είναι εκ των πραγμάτων η σωτηρία της χώρας και της κοινωνίας. Εμείς εδώ δεν έχουμε καν κράτος με την αστική ένοια του όρου. Αυτό είναι το ζητούμενο. όλα τα άλλα μικρή ή και καθόλου σημασία έχουν

ShareThis