τρομάζω
στην όψη τους,
απορώ
με την ατάραχη φύση τους,
ήρεμοι
έρχονται μπρος
να
αγκαλιάσουν.
Στύβοντας
τις λέξεις
βγαίνουν
συναισθήματα,
ήχοι
που κροταλίζουν σκέψεις,
κύμβαλα
που θρυμματίζουν
τη
σιωπή των νεκρών,
χρώματα
θαμπά στα χνώτα
των
χαμένων θολώνουν το χώρο.
Στις
γειτονιές του τρόμου,
στα
πλακόστρωτα σοκάκια
της
ξενιτιάς νεκροί
σιγομουρμουρίζουν
την αντάρα
που
τους μαστιγώνει (,)
μες
στα αργά της νυχτιάς
μαύρες
πανοπλίες κυκλώνουν,
τη
γη πυκνώνουν
στο
σκοτάδι δίχως σπίθα φωτός.
σκιές
ενός παρελθόντος
που
ζωντανεύουν τους νεκρούς.
Στη
νοσταλγία της σιωπής ταξιδεύουν,
δεμένα
καράβια στο λιμάνι
της
οργής οι κάβοι κρατούν
ακόμα
γερά τον πόνο της ζωής,
της
ακινησίας θολωμένα νερά
σάρκες
θυσιασμένες μυρίζουν
σε
έναν πόλεμο που ήταν δικός τους (,)
άοπλοι
ριχτήκαν με μόνο την οργή στα στήθια.
3 έκριναν :
Αφού έχουν κακοποιηθεί και στρεβλωθεί οι έννοιες, οι λέξεις και ο διάλογος. τότε τι απομένει; Λίγα.
Η ποίηση, λοιπόν και πολύ καλά κάνεις.
Καλημέρα.
Ολα καλά;;
Σπίθα, ακριβώς έτσι είναι τελικά. Εξάλλου, μερικές φορές χρειαζόμαστε λίγες δυνάμεις. Εξάλλου, η ποίηση είναι ένας πειραματισμός, μία άλλη δόκιμη μορφή έκφρασης και σχολιασμού της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας.
Δημήτρη, μια χαρά είμαι. Απλά είχα πολύ δουλειά και μόλις λάσκαρα.
Δημοσίευση σχολίου