Ταξική διαστρωμάτωση των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων

συνέχεια από την ανάρτηση 
         Τον πρώτο καιρό στις πρωτοχριαστιανικές κοινότητες φαίνεται να υπήρχαν μόνο φτωχοί πιστοί, που προέρχονταν άμεσα από τη δράση του Ιησού[1]. Ο Κέλσος αναφέρει «τοιαυτα υπ’ αυτων (των φρονιμοτέρων) προστάσσεσθαι×  μηδείς προσίτω πεπαιδευμένος, μηδείς σοφός, μηδείς φρόνιμος× κακά γάρ ταυτα νομίζεται παρ’ αυτοις× αλλ’ ει τις νήπιος, θα[ρ]ρων ηκέτω× τούτους γάρ αξίους ειναι του σφετέρου θεου αυτόθεν ομολογούντες, δηλοί εισιν οτι μόνους τούς ηλιθίους καί αγεννεις καί αναισθήτους καί ανδράποδα καί γύναια καί παιδάρια πείθειν εθέλουσί τε καί δύνανται»[2], κάτι που δείχνει ότι ως το 170 περίπου που γράφει ο Κέλσος τα περισσότερα μέλη ήταν γυναίκες, παιδιά και αμόρφωτοι ή «αγενείς», δηλαδή φτωχοί που δεν ήταν ευγενικής καταγωγής. Ομοίως παρακάτω ο ελληνιστής συγγραφέας αναφέρει «πάντα μέν σοφόν απελαύνουσι του λόγου της πίστεως αυτων μόνους δέ ανοήτους καί τούς ανδραποδώδες καλουσιν»[3]. Παρά τη ραγδαία εξάπλωσή του το χριστιανικό κίνημα δεν είχε αποκτήσει ερείσματα στις ανώτερες τάξεις ακόμα, αφού δεν εισέρχονταν στις κοινότητες πολλοί μορφωμένοι και σοφοί, με μόνη εξαίρεση το Γνωστικισμό που φαίνεται να ήταν ένα θεοκρατικό κίνημα της μέσης τάξης και μάλιστα της ανώτερης μέσης τάξεως της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Όπως συμπληρώνει και ο θεολόγος Σ. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ η αλληγορία, ως ερμηνευτική μέθοδος συνδέεται σ’ αυτά τα κοινωνικά στρώματα με τη συνείδηση του ιδιαίτερου και ξεχωριστού, που γίνεται προσιτό σε μερικούς και όχι σε όλους. Σίγουρα κι η χριστιανική γνωστικίζουσα τάση είχε σκοπό να κάνει το Χριστιανισμό αξιοσέβαστο σ’ αυτό το κοινωνικό επίπεδο της ελληνορωμαϊκής κοινωνίας[4].
Ωστόσο, εφόσον δεν αποκλείονταν η ένταξη και των πλούσιων, αλλά και των εθνικών εν μέρει, αρκεί να μοίραζαν τα υπάρχοντά τους, λογικό ήταν να εισέλθουν και αυτοί. Είναι όμως δύσκολο να φανταστούμε ότι θα παραχωρούσαν όλη την ιδιοκτησία τους στην όποια κοινότητα τους δέχονταν. Εξάλλου, από τις προτροπές του Παύλου, γίνεται φανερό ότι κάποιοι διατηρούσαν τις περιουσίες τους και τους δούλους τους, ενώ και άλλα καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας στους κόλπους των πρώιμων χριστιανικών κοινοτήτων, οι οποίοι μπροστά στην αναφερόμενη ισότητα των πιστών είχαν για πρώτη φορά τη δυνατότητα και μιλούσαν χωρίς το γνωστό δουλικό σεβασμό στους κυρίους τους και τους ευγενείς, που από το πρώτο τέταρτο του Β΄ αι. άρχισαν να εισέρχονται δειλά-δειλά. Η αντιμετώπιση όμως όλων αυτών των διαφορετικών στρωμάτων επέβαλε και διαφορετικές θέσεις και κανόνες για την εύρυθμη λειτουργία τους, χωρίς να δημιουργούνται υποψίες στους κρατικούς φορείς και διατηρώντας τη δουλοκτησία σαν το βασικό στοιχείο της οικονομίας.
οι δούλοι
            Ένας πρώτος διαχωρισμός επήλθε με την ένταξη στις κοινότητες και δούλων. Το εδάφιο της πρώτης παυλικής επιστολής προς τον Τιμόθεο δείχνει  πως υπήρχαν δούλοι στις κοινότητες, των οποίων οι κύριοι δεν ήταν μέλη[5]. Ο ίδιος ο Ιησούς φέρεται να είχε θεραπεύσει το δούλο ενός Ρωμαίου εκατόνταρχου. Επειδή το περιστατικό αυτό αναφέρεται σε δύο Ευαγγέλια[6] μπορούμε να υποθέσουμε ότι όντως ήταν πραγματικό περιστατικό -και όχι φυσικά με την έννοια του θαύματος- προκειμένου ο Ιησούς να προσεγγίσει και Ρωμαίους αξιωματούχους, αν και δε γνωρίζουμε την πιθανότητα ο εν λόγω εκατόνταρχος αν ήταν ιουδαϊκής καταγωγής, όπως ο Παύλος. Ωστόσο, το γεγονός της θεραπείας ενός δούλου, πέρα από τις άλλες ευαγγελικές αναφορές, δηλώνει την πρόθεση του Ιησού να τους εντάξει στην κοινότητά του.
            Πέραν τούτων σχετικά με το ζήτημα των δούλων και την τάση που είχαν να βλέπουν περιφρονητικά τους κυρίους τους, επίσης Χριστιανούς, και να τους αντιμιλούν, ο Παύλος φέρεται να συνιστά την υποταγή και υπακοή. Χαρακτηριστικά προτρέπει «οι δουλοι υπακούετε τοις κυρίοις κατά σάρκα μετά φόβου καί τρόμου εν απλότητι της καρδίας υμων ως τω Χριστω, μή κατ’ οφθαλμοδουλίαν ως ανθρωπάρεστοι, αλλ’ ως δουλοι του Χριστου, ποιουντες τό θέλημα του Θεου εκ ψυχης, μετ’ ευνοίας δουλεύοντες ως τω Κυρίω καί ουκ ανθρώποις»[7], «οι δέ πιστούς εχοντες δεσπότας μή καταφρονείτωσαν,\οτι αδελφοί εισιν, αλλά μαλλον δουλευέτωσαν, οτι πιστοί εισι καί αγαπητοί οι της ευεργεσίας αντιλαμβανόμενοι»[8], «δούλους ιδίοις δέσποταις υποτάσσεσθαι, εν πασιν ευαρέστους ειναι, μή αντιλέγοντας, μή νοσφιζομένους, αλλά πίστιν πασαν ενδεικνυμένους αγαθήν, ινα τήν διδασκαλίαν του σωτηρος ημων Θεου κοσμωσιν εν πασιν»[9] και ομοίως νουθετεί τους Κολασσαείς[10]. Προκειμένου, όμως, οι ισότιμοι στο εσωτερικό της κοινότητας δούλοι να μην εξεγερθούν, τονίζεται στους κυρίους «τά αυτά ποιε~ιτε πρός αυτούς, ανιέτες τήν απειλήν, ειδότες οτι καί υμων αυτων ο Κύριός εστιν εν ουρανοις καί προσωποληψία ουκ επί παρ’ αυτω»[11].
            Ωστόσο, οι αλλαγές που επήλθαν στο εσωτερικό των κοινοτήτων, επέβαλαν και την αλλοίωση των διδαχών του Ιησού. Έτσι ο Λουκάς του αποδίδει στο πρόσωπο του ιδρυτή του κινήματος ανάλογες νουθεσίες[12].
            Όλα τα παραπάνω χωρία της Καινής Διαθήκης αποδεικνύουν κατά τη γνώμη μας ότι στις κοινότητες συμμετείχε ένας σεβαστός αριθμός δούλων και φτωχών ελεύθερων. Ίσως ο αριθμός τους να μην ήταν ακριβώς όπως τον φαντάζονταν οι πρώτοι μελετητές του χριστιανικού κινήματος στις αρχές του αιώνα μας, αλλά δεν μπορούμε να δεχτούμε την άποψη που εκφράζει ο ΚΥΡΤΑΤΑΣ ότι ο αριθμός τους ήταν ιδιαίτερα περιορισμένος, αφού δεν είχαν ούτε την ελευθερία κινήσεων ούτε ελευθερία να μετέχουν σε θρησκευτικές πρακτικές δίχως τη συγκατάθεση των κυρίων τους[13]. Η διαφορά μας είναι ότι ο προαναφερθείς μελετητής βλέπει το Χριστιανισμό ευθύς εξαρχής ως μία θρησκεία και όχι σαν ένα κίνημα που αργότερα -και βέβαια όχι χωρίς τις απαραίτητες αντιδράσεις και συγκρούσεις ίσως- μετασχηματίστηκε σε θρησκεία, αλλά ως και τον Β΄ αι. διατηρούσε κάποιες ριζοσπαστικές θέσεις. Σίγουρα το κίνημα δεν ήθελε να ανατρέψει την κοινωνία ούτε και τη δουλεία ως θεσμό, αλλά να επιβάλλει μία συνεργασία δεκτή σε όλους (πολίτες και δούλους, πλούσιους και φτωχούς).
            Από την άλλη πρέπει να τονίσουμε ότι, παρά τις θέσεις που βελτίωναν την κατάσταση των δούλων, ο Χριστιανισμός δεν είχε ποτέ συγκεκριμένη θέση για τη δουλεία. Ο γενικότερος όμως ριζοσπαστισμός του τραβούσε εκείνους τους δούλους που ζούσαν στις πόλεις και δέχονταν μικρότερο έλεγχο από τους δεσπότες τους. Ο Χριστιανισμός στο θέμα αυτό ήταν επηρεασμένος από το στωικισμό, όπως δέχεται και ΚΥΡΤΑΤΑΣ[14]. Απλά, όπως είπαμε, ζητούσε πιο ήπια μεταχείριση των δούλων, αλλά και εθελούσια υποταγή από τους τελευταίους στο όνομα του Θεού. Αν όμως οι δούλοι ήταν ολιγάριθμοι, τέτοιες εκκλήσεις δεν θα είχαν κανένα λόγο ύπαρξης. Το επιχείρημα του μελετητή ότι ίσως ήταν εθνικοί[15], δεν ευσταθεί, αφού σε τέτοια περίπτωση κανείς δεν θα νοιάζονταν για το τι λένε οι Χριστιανοί. Μόνο αν πίστευε κάποιος θα επηρεάζονταν.
            Επιπρόσθετα, οι δούλοι φαίνεται πως για πρώτη φορά τώρα αποκτούσαν μία ιδεολογία πως ταίριαζε στον τρόπο ζωής τους. Δεν μπορούμε, βέβαια, να βλέπουμε τον Χριστιανισμό ως ένα κίνημα που ταυτιζόταν με τα ταξικά συμφέροντα των δούλων ή ότι μέσα απ’ αυτόν απέκτησαν ταξική συνείδηση. Σε τέτοια περίπτωση οι εξεγέρσεις τους θα είχαν μετατραπεί σε οργανωμένες επαναστάσεις.
            Αξίζει να δούμε λίγο και τους λόγους μεταστροφής των δούλων στο Χριστιανισμό. Στη μεταστροφή τους υπάρχει σημαντική διακύμανση από το αν ανήκουν σε αστική ή αγροτική familia× κι αυτό γιατί: i) οι δούλοι της υπαίθρου και των ορυχείων ήταν πιο καταπιεσμένοι και ελέγχονταν άμεσα, ii) ήταν δυσκολότατο αν όχι αδύνατο για τους αποστολικούς κήρυκες να διδάξουν στην ύπαιθρο με τόσο αραιό πληθυσμό και τέτοια έκταση, όταν τα αστικά κέντρα συμπύκνωναν μεγαλύτερο πληθυσμό, iii) οι λαϊκές δοξασίες της υπαίθρου ήταν ισχυρότατες (και τις βλέπουμε να επιβιώνουν και σήμερα) λόγω του φόβου μπροστά στις ενδεχόμενες φυσικές καταστροφές, αλλά και στο θαύμα της Φύσης και τη θεοποίησή της, iv) ο Χριστιανισμός ήταν αρχικά και παρέμεινε για αιώνες κίνημα των πόλεων.
οι απελεύθεροι
            Εκτός όμως από τους πλούσιους και τους δούλους στις πρώτες κοινότητες των Χριστιανών συναντάμε και τους απελεύθερους. Οι απελεύθεροι ήταν οι δούλοι που είχαν αποκτήσει με διάφορους τρόπους την ελευθερία τους[16]. Ο θεσμός των απελεύθερων ήταν μία από τις σημαντικότερες εφευρέσεις των Ρωμαίων. Αν και στην Ελλάδα συναντάμε ανάλογο θεσμό που ποίκιλλε σε διατάξεις και εφαρμογές από πόλη-κράτος σε πόλη, εν τούτοις κατά τη ρωμαϊκή κυριαρχία ο θεσμός αποκτά άλλο ενδιαφέρον για τον μελετητή. Πρώτα και κύρια αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς ο αριθμός των δούλων εκείνων που απελευθερώνονται. Από την άλλη το ίδιο το δουλοκτητικό -ως οικονομικό και κοινωνικό- σύστημα διατηρεί την κυριαρχία του χωρίς να αλλοιώνεται καθόλου ο χαρακτήρας του. Ο θεσμός αυτός αν και φαίνεται να αποτελεί μία παραχώρηση των δουλοκτητών απέναντι στους δούλους, ωστόσο αποτελεί μία επιτυχία τους. Και τούτο διότι με τον τρόπο αυτό, εκείνοι οι δουλοκτήτες που αποκτούσαν το συνήθειο να το εφαρμόζουν δεν φοβόντουσαν για τυχόν μαζικές αποδράσεις δούλων ή εξεγέρσεις. Από την άλλη απελευθέρωναν γέρους δούλους, προκειμένου να αγοράσουν καινούριους και νεότερους σε ηλικία. Αν επιπλέον πληρώνονταν για την απελευθέρωση αυτή, τότε το κέρδος αυξάνονταν, εφόσον με τα χρήματα της εξαγοράς αποκτούσαν νέους δούλους χωρίς να ζημιωθούν οικονομικά. Οι δούλοι που απελευθερώνονταν συνήθως ήταν οι οικιακοί και κυρίως οι ευνοούμενοι του κυρίου τους× οι αγροτικοί είχαν λιγότερες πιθανότητες, ενώ οι δούλοι των ορυχείων σχεδόν καμία, αφού η θνησιμότητα ήταν ιδιαίτερα υψηλή λόγω της φύσης της εργασίας και της καταπίεσης (αλυσοδεμένοι σε ομάδες, όπως και σε αγρούς).
Η χειραφέτηση των δούλων ολοκλήρωνε το σύστημα της δουλείας: παρά τα ευεργετικά αποτελέσματα που είχε για κάποιους δούλους ατομικά, συνέβαλε μάλιστα στην αναπαραγωγή παρά στην κατάργηση της δουλείας[17]. Ωστόσο, ο θεσμός αυτός αποτελούσε νίκη των κινήματος των δούλων -αν έτσι μπορούμε να ονομάσουμε καταχρηστικά τις εξεγέρσεις και τις όποιες άλλες αντιδράσεις, π.χ. δραπετεύσεις- τουλάχιστον όπως διαμορφώθηκε στην Ύστερη Αρχαιότητα.
Για την είσοδο των απελεύθερων στις κοινότητες δεν μπορούμε να πούμε ότι οι Χριστιανοί είχαν ταυτόσημες θέσεις. Μπορούμε απλά να διακρίνουμε χονδρικά δύο ρεύματα: εκείνο που κηρύττει ο Ιγνάτιος ακολουθώντας τη γραμμή της Καινής Διαθήκης, που αρνούνταν τη χειραφέτηση των δούλων, και η θέση του Πέτρου και άλλων συγγραφέων του Β΄ αιώνα[18]. Ο ΚΥΡΤΑΤΑΣ μέσα από το ιδιαίτερα σημαντικό έργο του αποδεικνύει ότι οι απελεύθεροι ήταν ένα άλλο σημαντικό ποσοστό μέσα στις πρώτες αυτές κοινότητες[19]. Μέσα στη μελέτη του παραθέτει και όλα εκείνα τα ονόματα που μοιάζουν απελεύθερων και αποτελούν και θέση δική μας.
            Τα αίτια που έφεραν τους απελεύθερους στις κοινότητες είναι διάφοροι και σχετικά έχουν αποφανθεί αρκετοί μελετητές[20]. Ωστόσο, για μας φαίνεται ότι οι κυριότεροι ήταν η ίδια η δυναμική του κινήματος προς όφελος των κατώτερων στρωμάτων και τάξεων της ρωμαϊκής κοινωνίας, αφού οι περισσότεροι απελεύθεροι -τόσο των κοινοτήτων όσο και της Αυτοκρατορίας- μετά την απελευθέρωσή τους παρέμεναν φτωχοί. όπως και όσοι γεννήθηκαν ελεύθεροι. Εξαίρεση μόνο αποτελούσαν εκείνοι που είχαν ήδη αποκτήσει μεγάλη περιουσία (σε τραπεζικά πόστα και οι δούλοι της familia Caesaris). Παράλληλα, η ίδια η οργάνωση των κοινοτήτων αυτών μπορούσε να προσελκύσει τους απελεύθερους δούλους γιατί εκεί μετά από χρόνια υποταγής σε κάποιο κύριο -με την έννοια του ότι δεν ανήκε πουθενά ή απλά στον κύκλο του δεσπότη τους- εύρισκαν ομοίους τους. Αν και σ’ αυτή την περίπτωση δε μπορούμε να δεχτούμε ότι εκεί αποκτούσαν κάποιο γόητρο ή ότι παρουσιάζονταν σαν εκ γεννηθείς ελεύθεροι[21].

[1] βλ. και Α΄ Κορ. Α΄, 26-31.
[2] ΚΕΛΣΟΣ, Αληθής Λόγος, Γ΄ (απόδ. Π. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ & Γ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, εκδ. Επιλογή, Θεσ/νίκη 1996, σελ. 62-63).
[3] ΚελσοΣ, ό.π., (σελ. 58).
[4] Σ. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ερμηνευτική των Ιερών κειμένων, εγχειρίδιο για σπουδαστές, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1984, σελ 117-118.
[5] «\οσοι ε[ισίν ]υπό ζυγόν δο~υλοι, τούς [ιδίους δεσπότας πάσης τιμ~ης [αξίους ]ηγείσθωσαν, |ινα μή τό |ονομα το~υ Θεο~υ καί ]η διδασκαλία βλασφημ~ηται» (βλ. Α΄ Τιμοθ., 1).
[6] Ματ. Η΄, 5-13 και Λουκ. Ζ΄, 1-10.
[7] Εφεσ., ΣΤ΄, 5-7.
[8] Α΄ Τιμοθ., 2.
[9] Τιτ., 9-10.
[10] Κολασ. Γ΄, 22-24.
[11] ό.π., 9.
[12] Λουκ. ΙΖ΄, 7-8.
[13] Βλ. Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ 66-67.
[14] Βλ. Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ. 70-73.
[15] Βλ. Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ. 88-89.
[16] Τέτοιοι τρόποι ήταν ή μέσα από τη διαθήκη των κυρίων τους (βλ. και Πράξεις Θωμά) ή εξαγοράζοντας τη ελευθερία τους μετά από πολλών χρόνων οικονομίες, εφόσον είχαν κάποια μορφή μισθού. Επίσης η κοινωνική και πολιτική θέση του κυρίου τους καθόριζε και τη δική τους. Έτσι αν ο δεσπότης τους ήταν Ρωμαίος πολίτης γίνονταν κι εκείνοι, ενώ σε αντίθετη περίπτωση όχι.
[17] Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ. 117.
[18] Βλ. σχετικά Πρ. Πέτρου (Απόκρυφα Ευαγγέλια, ό.π., τ. 3, σελ. 106), Πρ. Θωμά (Απόκρυφα Ευαγγέλια, ό.π., τ. 3, σελ. 128).
[19] Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ. 133-138.
[20] Βλ. σχετικά Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π. σελ 134 ( ψυχολογικοί λόγοι κυρίως ).
[21] βλ. Δ. ΚΥΡΤΑΤΑΣ, ό.π., σελ. 120.

10 έκριναν :

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Κατ' αρχήν ο Κέλσος, ως φανατικός πολέμιος του χριστιανισμού, δεν μπορεί να θεωρηθεί και απολύτως αξιόπιστη πυγή.

Κατά δεύτερον, ο Χριστιανισμός ήταν αρχικά "η θρησκεία των δούλων, των γυναικών και των στρατιωτών", αλλά υπήρξαν και αρκετοί πλούσιοι μέλη των κοινοτήτων.
Οι λεγόμενες "αγάπες" οργανώνονταν κυρίως με χορηγίες τέτοιων πλούσιων μελών.
Επίσης, σε μια επιστολή του ο Παύλος κλείνει στέλνοντας χαιρετίσματα "στον οίκο του Καίσαρα"!
Αυτή τη φράση άλλοι μεν την ερμηνεύουν ως "συγγενείς του Καίσαρα" και άλλοι ως "δούλους του παλατιού"!
Και οι δύο εκδοχές δείχνουν πως απ' τα πρώτα βήματά του ο χριστιανισμός βρήκε απήχηση ακόμα και μέσα στα βασιλικά ανάκτορα...

Υπάρχουν πολλά σκοτεινά σημεία στην πρώτη περίοδο του χριστιανισμού...

ο δείμος του πολίτη είπε...

Άσκαρ, σίγουρα για τον Κέλσο δε θα διαφωνήσουμε. Είναι μία πηγή πολύ πιο κοντά από όλες τις μεταγενέστερες πατερικές συγγραφές. Και είναι κατά πολύ λεπτομερέστερος των Ιώσηπου, οπότε σε ορισμένα πράγματα μας κάνει. Το γεγονός ότι αναφέρεται σε φτωχούς σίγουρα σχετίζεται και με τη δική του καταγωγή, αλλά δεν είναι άχρονος κριτής.

Σχετικά με τις λεγόμενες "αγάπες" δεν έχουμε έγκυρα ιστορικά στοιχεία ούτε για την ποιότητα ούτε για το χρόνο ούτε για την καταγωγή τους. Στη Ρώμη σχετικά σισίτια υπήρχαν προ πολλού, ενώ στην Ελλάδα ήταν σχετικά σπάνια (με τη λογική της φιλανθρωπίας πριν τον 4ο αιώνα π.Χ. οπότε κι έχουμε τη χριστιανική νομιμοποίηση). Για την καταγωγή τους, μάλλον πρέπει να προστρέξουμε στη ρωμαϊκή παράδοση που όμως χρονολογείται μετά τον Α΄ αιώνα μ.χ. Άλλη μία πρόταση είναι να ανατρέξουμε σε σαββατιάτικα εσσαϊκά συμπόσια, αλλά απείχαν πολύ από τη λογική της φιλανθρωπίας, όπως και οι Έλληνες. Κι έτσι δημιουργείται πρόβλημα και στη χρονολόγηση των ίδιων των ευαγγελίων, πράξεων, επιστολών κλπ.

Η πρωτοχριστιανική περίοδο είναι θα έλεγα ιστορικά εντελώς σκοτεινή. Η νομιμοποίηση και η επικράτησή του ως μοναδικής θρησκείας οδήγησε στον αφανισμό δεκάδων συγγραφών που διέφεραν κατά τι έστω από το δόγμα. Σίγουρα η Αγία Γραφή ή η Καινή Διαθήκη με τίποτα δεν αποτελούν κάποια ιστορική πηγή. Και τούτο επειδή κατά πρώτον η χρονολόγησή τους είναι πολύ απομακρυσμένη από την εποχή που υποτίθεται ότι συγγράφηκαν και δεύτερον λόγω των εκατοντάδων μεταχρονολογημένων παρεμβάσεων που δέχτηκαν (αφού να σκεφτείς εγκυρότερα θεωρούνται τα γνωστικά για την Ιστορία των Ηθών/Θεσμών επειδή έχουν σωθεί ακέραια χωρίς ύστερες παρεμβάσεις παρά τα σύγχρονα χριστιανικά).

Caesar είπε...

τελικά είναι κίνημα ή θρησκεία, όπως θεωρεί ο Κυρτάτας;

ο δείμος του πολίτη είπε...

Εγώ θεωρώ, Καίσαρα, ότι ο Χριστιανισμός ξεκίνησε ως κίνημα πολύ πριν εξελιχθεί στη Θρησκεία που γνωρίζουμε. Ως κίνημα ξεκίνησαν πολλές τότε θρησκείες. Ο Χριστιανισμός κινούμενος σιωπηλά μέσα στις εβραϊκές συναγωγές ως αίρεση, σύντομα ανέπτυξε τις δικές του αιρέσεις (Γνωστικοί κλπ) με κινηματική μορφή. Δεδομένης και της ταξικής προέλευσης του κοινού/των πρώτων πιστών του, η άποψη περί κινηματικής εξέλιξης ενισχύεται. Σε τούτο ας προσθέσουμε και το γεγονός ότι στην Εγγύς Ανατολή και στην Ελλάδα και Ρώμη, δεν υπήρχαν επαγγελματικά ιερατεία (πλην ελαχίστων περιορισμένων εξαιρέσεων) και οργανωμένα δόγματα, κάτι που εμπόδισε ή μετασχημάτισε το όποιο οργανωμένο θρησκευτικό στοιχείο υπήρχε σε κινηματικό.

Βέβαια, σύντομα με την είσοδο ανώτερων τάξεων και τη διαμόρφωση επαγγελματικού ιερατείου, η οργάνωση πήρε την κλασσική μεσανατολική μορφή της θρησκείας.

thinks είπε...

Δήμο, Καλή Χρονιά με Υγεία και Χαρά για σένα και την οικογένεια!
Ότι καλύτερο.

...και επιφυλάσσομαι για σχόλιο :-)

ο δείμος του πολίτη είπε...

Thinks, σου εύχομαι όνειρα κι ελπίδες πολλές για το 2011. Βλέπεις μας τα "έφαγαν" κι αυτά...

Θα περιμένω το σχόλιό σου με χαρά.

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Καλή χρονιά φίλε, την υγειά μας να' χουμε να συζητάμε!

ο δείμος του πολίτη είπε...

Καλή Χρόνια, Άσκαρ. Εύχομαι ένα ερωτικό 2011 και όσο γίνεται πιο ευτυχισμένο. Ζήσε τις ελπίδες και τα όνειρά σου.

Ανώνυμος είπε...

Μία εώτηση:
ποιά η διαφορά "κινήματος" και "θρησκείας";
του καιρού εκείνου αγαπητέ Δήμε;;
και σε τι διαφοροποιεί τον χριστιανισμό η υιοθέτηση ενός από τους δύο χαρακτηρισμούς;;

ο δείμος του πολίτη είπε...

Ανώνυμε, η ερώτησή σου μάλλον μοιάζει με ρητορική, παρά με γνήσια ερώτηση. Ουσιαστικά σε τίποτα μέσα σε μία γραμμική αντίληψη. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε την ιστορική εικόνα της εξέλιξης μιας θρησκείας.

Γιατί επιστημονικά η διαφορά είναι μεγάλη. Βλέπεις, η κινηματική θεώρηση αποδεικνύει επιστημονικά ότι ο Χριστιανισμός δεν ήταν μία θεόπνευστη θρησκεία που γεννήθηκε εκ του μηδενός. Αντίθετα, η κινηματική προσέγγιση αποδεικνύει ότι ακολούθησε μία γνήσια κοινωνική διαδρομή προς την εξέλιξή του ως θρησκεία. Είναι μία υλιστική προσέγγιση που αφήνει μακριά τη θεϊκή καταγωγή και φυσικά κάθε άλλη σχετική δογματική θέση.

ShareThis